ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ - Έρευνα και Εφαρμογές ΤΕΥΧΟΣ 3 | Page 64
«ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ έρευνα & εφαρμογές» Τόμος 1, Τεύχος 3, 2018 ISSN: 2623-3673
αντιπροσωπεύει την σφαιρική άποψη ενός ατόμου για την αξία του. Ωστόσο, τόσο η
αυτοεκτίμηση όσο και η αυτοαντίληψη εμπεριέχουν το στοιχείο της αυτοαξιολόγησης
(Μακρή-Μπότσαρη, 2001).
Όσον αφορά την αυτοαντίληψη, αυτή ορίζεται ως το
πλήθος των τρόπων με τους οποίους κάθε άνθρωπός κατανοεί τον εαυτό του. Αυτή
πρόκειται για το αποτέλεσμα της "αυτο-αντικειμενοποίησης" και προϋποθέτει από το
άτομο την υιοθέτηση του αντικειμενικού παρατηρητή απέναντι στο ίδιο (Λεονταρή,
1996). Ο Βurns (1982) (στο Μακρή-Μπότσαρη, 2001)
χαρακτηρίζει την
αυτοαντίληψη ως μια διατύπωση ή περιγραφή του ατόμου, η οποία είτε είναι ορθή
είτε όχι και στηρίζεται σε αντικειμενικά κριτήρια ή σε υποκειμενική άποψη. Από την
άλλη, ο Kinch (1963) υποστηρίζει ότι η αυτοαντίληψη είναι ένα σχήμα γνώσης και
αποτελεί απότοκο του αθροίσματος των αναφορών που το άτομο λαμβάνει για το ίδιο
από τους υπολοίπους. Κατά τον Higgins (1987) οι αυτοαντιλήψεις δημιουργούνται με
τη συμμετοχή του πραγματικού (actual self), του ιδανικού (ideal self) και του
δεοντικού εαυτού (ought self). Συγκεκριμένα, ο πραγματικός εαυτός αναφέρεται στα
χαρακτηριστικά και τις ιδιότητες που το άτομο απονέμει στο ίδιο, ενώ ο ιδανικός στο
πώς θα επιθυμούσε να είναι. Τέλος, στον δεοντικό εαυτό προβάλλονται οι
πολιτισμικές αξίες και οι ηθικοί κανόνες που ορίζουν πώς θα έπρεπε να είναι το
άτομο. Παρότι, η αυτοεκτίμηση διατηρεί ακόμη τον δημοφιλή της χαρακτήρα, υπάρχει
μέχρι και σήμερα δυσκολία στον ακριβή ορισμό της. Κατά τον Mruk (1999) υπάρχουν
τουλάχιστον τρεις τρόποι να ορίσει κανείς την αυτοεκτίμηση σήμερα. Ο πρώτος
ορισμός βασίζεται σε όρους αξίας (Rosenberg), ο δεύτερος σε όρους ικανότητας
(James) και ο τρίτος συνδυάζει την αίσθηση της προσωπικής ικανότητας με την
αίσθηση της προσωπικής αξίας (Branden).