ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ
Πολωνικά Su-22M4 «Fitter»
PLBR (Pulk Lotnictwa Bombowo-Rozpoznawczego)
στο Powidz, που αντάλλαξε τα παλαιά του Su-20 με τα
νέα αεροσκάφη, διατηρώντας όμως τα ατρακτίδια αναγνώρισης των τελευταίων KKR-1 (Konteyner Kompleksnoi Razvedki) και προσαρμόζοντάς τα στο νέο τύπο που
είχε έτσι διπλά καθήκοντα.
Την περίοδο του ψυχρού πολέμου κύρια αποστολή των
Su-22 σε όλες τις χώρες-μέλη του Συμφώνου της Βαρσοβίας ήταν η τακτική κρούση με προσβολή προκαθορισμένων στόχων, όπως κέντρα διοίκησης και επικοινωνιών, υποδομές συγκοινωνιών και άλλες εγκαταστάσεις
υψηλής αξίας, πετώντας επιδρομές χαμηλού ύψους
σε αποστάσεις από 50 έως και 200 χιλιόμετρα από την
πρώτη γραμμή. Οι αποστάσεις αυτές δεν ήταν αυθαίρετες, καθώς υπαγορεύονταν από την επιχειρησιακή
εμβέλεια του τύπου αλλά και το γεγονός ότι το «Fitter»
θα επιχειρούσαν συνδυαστικά με Su-25, που είχαν ρόλο
εγγύς υποστήριξης και απαγόρευσης πεδίου μάχης έως
και 50 χιλιόμετρα πίσω από τις εχθρικές γραμμές και τα
Su-24 που θα υλοποιούσαν αποστολές βαθι άς διείσδυσης.
Ο άλλος ρόλος των πολωνικών Su-22 ήταν η τακτική
πυρηνική κρούση, που ξεκίνησε με την προμήθεια των
Su-7 στις αρχές της δεκαετίας του 60, αεροσκαφών που
αρχικά δρούσαν επικουρικά και στη συνέχεια αντικατέστησαν σε τέτοιες αποστολές τα MiG-21PFM. Από το
1964 η Πολωνική Αεροπορία παρέλαβε 44 συνολικά
Su-7 σε τρεις εκδόσεις, τις επιχειρησιακές Su-7BM/
BKL και τη διθέσια Su-7U, ενώ μια δεκαετία αργότερα,
42
10/2014
Σύμφωνα με
πρόσφατη
απόφαση του
πολωνικού
υπουργείου
Άμυνας, σε
18 Su-22 θα
επεκταθεί το
όριο ζωής τους
κατά 1000-1500
ώρες, ώστε να
υπηρετήσουν
μέχρι και το
2025.
Παρά την
απόφαση να
συνεχίσουν
τα «Fitter» την
καριέρα τους,
τα πολωνικά
μαχητικά θα
περιορίζονται
σε ένα φτωχό
οπλοστάσιο
χωρίς
κατευθυνόμενα
όπλα.
το 1974, προσέθεσε σε αυτόν το στόλο και 26 Su-20 (20 συν έξι που αποκτήθηκαν αργότερα για αναπλήρωση απωλειών). Ο εκσυγχρονισμός και για
ικανότερα αεροσκάφη ήταν επιτακτική ανάγκη, καθώς τα Su-7 ήταν επιεικώς
ανεπαρκή και τα Su-20 έπασχαν από πολλά προβλήματα (όντας τα πρώτα
αεροπλάνα σοβιετικής σχεδίασης με πτέρυγα μεταβλητής γεωμετρίας). Υπό
το πρίσμα αυτό αρχικά έγινε το 1982 παραγγελία των Su-22M3/UM3 (της έκδοσης του «Fitter» με τον κινητήρα R29 της Tumansky) με στόχο την αντικατάσταση των PZL Lim-5/-7 (πολωνικής συναρμολόγησης MiG-17F) στο ρόλο
της τακτικής κρούσης και της ενίσχυσης της δυνατότητας πυρηνικής κρούσης. Λίγο αργότερα όμως, στο πλαίσιο της εξελικτικής πορείας του Su-17
και της διαθεσιμότητας των εξαγωγικών εκδόσεων του Su-22, η παραγγελία
άλλαξε στην έκδοση Su-22M4K/Su-22M3K με κινητήρα Lyulka AL-21F-3.
Η εκπαίδευση ξεκίνησε στα τέλη του 1983, ενώ η πρώτη ομάδα χειριστών
έγινε διαθέσιμη στις αρχές Ιουλίου 1984, εγκαίρως για την αξιοποίηση των
πρώτων μαχητικών.
Το Su-33M4K «Fitter-Κ» (και φυσικά το αντίστοιχο Su-17M4) ήταν ένα ικανό μαχητικό συγκριτικά με τους προκατόχους του, με μεταφορική ικανότητα
4 τόνων σε 8 φορείς, ενός ζεύγους κάτω από την άτρακτο και έξι κάτω από
το σταθερό μέρος των ημιπτερύγων (οι δυο μεσαίοι φορείς μετέφεραν μόνο
βλήματα αέρος-αέρος μικρού βεληκενούς R-60). Όπως όμως και με όλα
τα μαχητικά της περιόδου που «φορούσαν» τουρμποτζέτ δεύτερης γενιάς,
η μεγάλη κατανάλωση, ειδικά σε αποστολές «low-low-low», απαιτούσε τη
μεταφορά δύο ή και τεσσάρων εξωτερικών δεξαμενών PTB-800 των 800 λίτρων, ενώ το αεροσκάφος μπορούσε να μεταφέρει και τις μεγαλύτερες PTB950 και PTB-1150 των 950 και 1150 λίτρων αντίστοιχα, με τις οποίες όμως η
ικανότητα μεταφοράς φορτίου ήταν ελάχιστη. O σταθερός οπλισμός του Sukhoi περιλαμβάνει δυο πυροβόλα Nudelman-Rikhter NR-30 των 30 mm με
αναχορηγία 80 βολών το καθένα (με τη διθέσια έκδοση να φέρει μόνο ένα),
ιδιαίτερα αποτελεσματικών τόσο εναντίον εναερίων στόχων όσο και επίγειων.