τητα το αεροσκάφος να είχε αναστρέψει πορεία,
οι έρευνες μετακινούνται εκτός νότιας Σινικής
θάλασσας, στα στενά της Μάλακα και της θάλασσας του Ανταμάν.
08:11 πμ - Ο δορυφόρος INMARSAT 3-F1, που
καλύπτει την ευρύτερη περιοχή πραγματοποιεί την τελευταία ωριαία επαφή επιβεβαίωσης
(«handshake») με τον δορυφορικό δέκτη
του Boeing. Οι εκπομπές αυτές (γνωστές ως
«ping») γίνονται κάθε ώρα και επιβεβαιώνουν
την ύπαρξη επικοινωνίας στο δορυφορικό σύστημα SATCOM (SATellite COMmunication), που
μπορεί να μην χρησιμοποιείται (όπως στην περίπτωση της MH370) αλλά βρίσκεται σε ετοιμότητα. Το «ping» δε μεταφέρει οποιαδήποτε άλλη
πληροφορία. Παρόλα αυτά, με περαιτέρω ανάλυση του χρόνου που μεσολαβεί ανάμεσα στην
εκπομπή του δορυφόρου και την ανταπόκριση
του δέκτη, είναι δυνατή η εξαγωγή στοιχείων για
τη σχετική τους απόσταση. Από τα σχετικά στοιχεία προέκυψαν δυο τόξα πάνω στα οποία μπορεί να κινήθηκε το αεροσκάφος, οι επονομαζόμενοι «βόρειος» και «νότιος διάδρομος», με τον
πρώτο να εκτείνεται βορειοδυτικά πάνω από την
Ασία, έως και την Κασπία και τον νότιο να τοποθετείται νοτιοδυτικά προς τον νότιο Ινδικό ωκεανό.
Για μια σειρά λόγων, συμπεριλαμβανομένης της
έλλειψης άλλων ενδείξεων στον βόρειο διάδρομο, που καλύπτεται επαρκώς από ραντάρ, ανάμεσά τους και συστήματα αεράμυνας πολλών
χωρών, αλλά τελικά και περαιτέρω ανάλυσης
των στοιχείων του INMARSAT, εκτιμήθηκε ότι το
αεροπλάνο ακολούθησε τον νότιο διάδρομο και
η έρευνα (που βρισκόταν ακόμα σε εξέλιξη, όταν
ολοκληρώθηκε το τρέχον τεύχος) μετακινήθηκε
στον νοτιοανατολικό Ινδικό. Το τεράστιο θέμα,
όμως, που υπάρχει και δεν είχε ξεκαθαρίσει έως
και τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές,
είναι η ανακολουθία που φαίνεται να υπάρχει
στη γνωστοποίηση και αξιοποίηση των στοιχείων
από τον δορυφόρο INMARSAT, που αν μη τι άλλο
αποδείκνυαν από την πρώτη στιγμή ότι το αεροπλάνο δεν είχε συντριβεί τουλάχιστον για επτά
ώρες μέχρι και το τελευταίο «ping» και, ίσως,
και για διάστημα μέχρι τις 09:11 που αναμενόταν
το επόμενο.
«Χάθηκε από το ραντάρ»
Το κλασικό αυτό δημοσιογραφικό κλισέ, δημιούργησε εξ’ αρχής τις περισσότερες παρανοήσεις,
σχετικά με το περιστατικό. Η αναφορά σε ραντάρ
αφορά για τους περισσότερους στα κλασικά ενεργά συστήματα (γνωστά στην πολιτική αεροπορία
ως «πρωτεύοντα ραντάρ»), που εκπέμπουν και
λαμβάνουν επιστροφές, από τις οποίες μπορεί
να αποκομιστούν ορισμένα στοιχεία των ιχνών
που αποκαλύπτονται, κυρίως διόπτευση και απόσταση, ενώ ύψος και ταχύτητα μπορούν επίσης
να εξαχθούν με σχετική ακρίβεια. Καθώς, όμως,
η κάλυψη πρωτευόντων ραντάρ είναι πολύ περιορισμένη, ο έλεγχος εναερίου κυκλοφορίες έχει
ανάγκη συνεχώς από περισσότερες και ακριβέστερες πληροφορίες, τις οποίες αποκομίζει από
τα αποκαλούμενα «δευτερεύοντα ραντάρ» (SSR,
Secondary Surveillance Radar). Ο όρος, όμως,
ραντάρ είναι μάλλον παραπλανητικός, καθώς
τα συστήματα αυτά δε βασίζονται σε εκπομπές
και επιστροφές, αλλά σε ένα σύστημα συνεργασίας πομπού και δέκτη επί του αεροσκάφους, το
«transponder», το οποίο «αποκρίνεται» δυο
Φωτογραφία
από την
απεικόνιση
της Πτήσης
ΜΗ370 στο
FlightRadar24.
04/2014
7