Αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου-2 | Page 106

-Ώφού δεν τα κατάφερε , θα μείνει εκεί για πάντα . Ρο σκέφτηκα πολύ και είπα να πάω . Έτσι βρήκα ένα μαύρο , βαθύ πηγάδι . Θατευθείαν κατάλαβα ότι ήταν της Θόλασης και έτσι πήδηξα μέσα . ΐρέθηκα σε μια μαύρη σπηλιά και πατούσα πάνω σε λαβα . Ώλλά δεν καιγόμουν . Θοίταξα τον εαυτό μου . Ρο δέρμα μου είχε αλλάξει . Ήμουν μαύρος με γέρικα χέρια . Ρα δάχτυλά μου ήταν μεγάλα και μυτερά σαν νύχια . Γίχα δυο μεγάλα κέρατα σαν δράκου . Ξήρα έναν από τους πέντε δρόμους της σπηλιάς . Ρα τοιχώματά της ήταν γεμάτα αίμα και τρομακτικά σχέδια ήταν ζωγραφισμένα με αυτό . Κετά από ώρες έφτασα στο τέλος της σπηλιάς . Ρότε , μια πελώρια θάλασσα από λάβα απλώθηκε μπροστά μου . Γκεί , είδα τον φίλο μου που έψαχνα , του οποίου ο Βιάβολος βούλιαζε συνέχεια το κεφάλι στην καυτή λάβα . Ζύμωσα με το βασανιστήριο που έκανε στον φίλο μου και έτσι τον έσπρωξα μες στη λάβα και έβγαλα τον φίλο μου , κρατώντας τον Βιάβολο μέσα για να μην μπορεί να αναπνεύσει . Ώλλά εκείνος με τράβηξε μέσα και άρχισε να με κλωτσάει και να με χτυπάει . Βεν μπορούσα να αναπνεύσω και έτσι χωρίς καν να το σκεφτώ κλείνω τα μάτια μου , χαλαρώνω και προσεύχομαι . Λιώθω ένα κύμα ηρεμίας και γαλήνης να διαπερνά το σώμα και το νου μου . Μαφνικά , βλέπω τον εαυτό μου να κείτεται στην άσφαλτο και πλήθος κόσμου γύρω μου . Κε την τελευταία μου ανάσα , αρχίζω να νιώθω τα μέλη του σώματός μου , ακούω γύρω μου βοή και μισανοίγοντας τα μάτια βλέπω το υπέροχο χρώμα του ουρανού και νιώθω την ζεστασιά του αέρα , της ζωής …
106