Το τέλος του κόσμου | Page 15

Το τέλος του κόσμου φαγητό πήγαινε και έπινε κρασί και ερχόταν το βράδυ και έκανε έρωτα στη γυναίκα του. Πέντε χρόνια μετά, ένα βράδυ ο ναυτικός δεν γύρισε σπίτι. Το ίδιο έγινε και τα άλλα δύο. Το τρίτο δεν άντεξε και τον ακολούθησε. Μέσα στο σκοτάδι και ενώ ο καπετάνιος της ήταν μεθυσμένος, πήγε στην πιάτσα με τις κοπελιές. Διάλεξε μια και πήγε σε ένα σπιτάκι. Κάθισε κι εκείνη πιο εκεί και άκουγε το αγκομαχητό της. Την άλλη ημέρα έκανε σαν να μην συνέβη τίποτα και το βράδυ τον ακολούθησε. Εκείνος πάλι έκανε την ίδια πορεία. Μόνο που όταν ήρθε η ώρα να πάει στην πιάτσα, μέσα στο σκοτάδι του δίνει μια με το μαχαίρι μέσα στην καρδιά. Το μπήγει με δύναμη και δάκρυα τρέχουν από τα μάγουλά της. Τον πετάει στα βράχια και αρχίζει να τρέχει προς τον φάρο, στην άλλη άκρη του νησιού. Και να τώρα, μετά από μια ολόκληρη ημέρα και με αίματα στα χέρια, βλέπει το ηλιοβασίλεμα. Πέντε χρόνια μετά δεν ήξερε σε ποια κατηγορία να βάλει τον εαυτό της. Ένα πράγμα ήξερε, ότι ο ήλιος έδυε και εκείνος δεν ήταν εκεί. Χωρίς να το σκεφτεί παίρνει φόρα και πηδά από τα βράχια. Τελείωσε έτσι άδοξα και η δικιά τους ιστορία στο ίδιο το Το τέλος του Κόσμου. 15