Το τέλος του κόσμου | Page 158

Το τέλος του κόσμου του τις αναμνήσεις. Μα από που είχε ξεκινήσει; Δεν μπορούσε να πει. Θυμόταν μόνο να τρέχει. Απλά να τρέχει. Το βάρος στο στήθος έγινε σφίξιμο φόβου. Παρόλα αυτά συνέχισε να τρέχει προς τον τερματισμό. Σε λίγο θα έφτανε και τότε ήταν σίγουρος πως όλα θα ξεκαθάριζαν. Ήξερε μόνο πως έπρεπε οπωσδήποτε να φτάσει στο τέρμα. Μόλις έφτανε θα καταλάβαινε. Πόση ώρα έτρεχε άραγε; Αισθανόταν σα να έτρεχε από πάντα. Έφερε το αριστερό του χέρι που φορούσε το πιστό του Timex μπροστά στο πρόσωπό του για να δει το χρονόμετρο. Μία ανατριχίλα κατηφόρισε στη ραχοκοκαλιά του. Τα ψηφία! Δε μπορούσε να διακρίνει τα ψηφία. Του φαίνονταν θολά, ακανόνιστα! Κι έπειτα το δεύτερο σοκ. Το βλέμμα του στράφηκε προς το χέρι του. Το δικό του το χέρι, αυτό που φορούσε το ρολόι. Μόνο που δεν ήταν το δικό του το χέρι! Το χέρι αυτό ήταν γεμάτο ρυτίδες, λευκές τρίχες και τις κηλίδες που συνοδεύουν τα πέρασμα του χρόνου. Κοίταξε και το άλλο χέρι του ενώ συνέχιζε να τρέχει. Για κάποιον περίεργο λόγο, και παρόλα όσα συνέβαιναν, θεωρούσε αδιανότητο το να σταματήσει να τρέχει. Το δεξί του χέρι ήταν κι αυτό γερασμένο. Τα χέρια του δεν ήταν τα χέρια ενός νεαρού φοιτητή στο απόγειο της πανεπιστημιακής του ζωής αλλά τα χέρια ενός γέρου. Έπιασε και με τα δύο του τα χέρια το πρόσωπό του. Ο ρυθμός του ελαττώθηκε αλλά συνέχιζε την πορεία του προς το τέρμα. Ήταν αδύνατο να σταματήσει. Ψηλάφισε τα χαρακτηριστικά του προσώπου του. Η επιδερμίδα ήταν χαλαρή, σε κάποια σημεία, όπως στο πλαϊνό του στόματος και στο πηγούνι είχε χαλαρώσει τόσο πολύ που το δέρμα είχε σχηματίσει πτυχώσεις, δίπλες. Το πρόσωπό του ήταν το πρόσωπο ενός άντρα πάνω από ογδόντα χρονών. Τα μαλλιά του; Έβαλε το δεξί του χέρι επάνω στο κεφάλι του και έπιασε το φαλακρό του κρανίο. Η πλούσια χαίτη του! Πού είχε πάει η πλούσια χαίτη του που τόσο άρεσε στις κοπέλες να χαϊδεύουν; Ήταν γέρος. Δεν ήξερε πως και γιατί αλλά ήταν γέρος. Η συνειδητοποίηση τον έκανε να λαχανιάσει ακόμα περισσότερο. Η αναπνοή του έβγαινε με μεγάλο κόπο τώρα. Ευτυχώς κόντευε στο τέρμα. Και τότε… Ένας οξύς πόνος στο στήθος. Η αίσθηση ήταν τόσο ολοκληρωτική, ένιωθε τον πόνο να απλώνεται σε όλο του το σώμα. Σκόνταψε στα ίδια του τα 158