Τα Φιλαράκια The Pals | Page 17

Παίρνοντας τον δρόμο της επιστροφής αργά το βράδυ σταμάτησε στο τελευταίο χωριό και πλησίασε τον μεγάλο του εχθρό. Τον κοιτούσε, τον κοιτούσε και ξαφνικά άρχισε να τον κλωτσάει με τα πόδια του. Μετά με τα χέρια του και μετά μ’ ένα ξύλο που βρήκε μπροστά του. Χτυπούσε κι έκλαιγε με παράπονο και φώναζε: ’’Γιατί, γιατί;’’. Αλλά το ψυγείο έμενε πάντα στην θέση του.

Δεν άντεξε άλλο η καρδιά του κυρ-Λάμπρου, πέρασε μεγάλη πίκρα, σύρθηκε ως το ψυγειάκι του και το αγκάλιασε. Ξαφνικά πέρασαν ωραίες εικόνες από μπροστά του. Τα παιδιά να τρέχουν κοντά του, να του ζητάνε το καϊμάκι του κι εκείνος χαμογελαστός να τους δίνει χωνάκια. ’’Ήρθαν και πάλι, γύρισαν σε “μένα’’ φώναξε με λαχτάρα και ευτυχισμένος έκλεισε τα μάτια του.

ΖΩΗ ΚΑΠΙΡΗ