ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
BAE Taranis
Όπως είχαμε αναφέρει και στο ιστολόγιο του περιοδικού, υπήρχαν ήδη εδώ και αρκετούς μήνες αναφορές
για έναρξη πτητικών δοκιμών του BAE Systems Taranis
το περασμένο καλοκαίρι και τώρα επιβεβαιώνεται ότι
το στελθ UAV πραγματοποίησε τροχοδρομήσεις χαμηλής ταχύτητας στις εγκαταστάσεις της BAE Systems
στο Warton και στη συνέχεια μεταφέρθηκε μαζί με τον
εξοπλισμό υποστήριξης με C-17A της RAF στη Woomera
της Αυστραλίας. Το πεδίο αυτό στη νότιο Αυστραλία, που
υπήρξε χώρος δοκιμών από την εποχή του Δευτέρου
Παγκοσμίου Πολέμου αλλά και πυρηνικών όπλων
του βρετανικού προγράμματος από το 1956 έως και
το 1965, εξακολουθεί να χρησιμοποιείται τόσο από τις
αυστραλιανές ένοπλες δυνάμεις όσο και από το Ηνωμένο Βασίλειο. H BAE Systems, μάλιστα, που διατηρεί σε
αυτό μόνιμο κλιμάκιο, πραγματοποιεί εκεί, μακριά από
αδιάκριτα μάτια, όλες τις δοκιμές της, συμπεριλαμβανομένων και αυτών με UAV/UCAV.
Σύμφωνα με τα νεότερα, λοιπόν, ακολούθησαν τροχοδρομήσεις υψηλής ταχύτητας και η πρώτη πτήση του
Taranis πραγματοποιήθηκε στις 10 Αυγούστου 2013,
τρία περίπου χρόνια μετά την ολοκλήρωση της κατασκευής του. Η πτήση, σύμφωνα με τις πληροφορίες
8
02/2014
03/2014
Η κατασκευή του
Taranis ολοκληρώθηκε το 2009,
αλλά η πρώτη
πτήση δεν πραγματοποιήθηκε
παρά τρία χρόνια
αργότερα.
που αποδέσμευσαν το βρετανικό υπουργείο Άμυνας και η εταιρία, ήταν διάρκειας 15 λεπτών με τους δοκιμαστές «πιλότους» της BAE Μπομπ Φρέιζερ
και Νιλ Ντόσον στα «πηδάλια». Σύμφωνα με το υψηλόβαθμο στέλεχος της
BAE Systems Νάιτζελ Γουάιτχεντ, το αεροσκάφος «απέδωσε όπως ακριβώς
στις εξομοιώσεις με μια ομαλή απογείωση, πτήση σε μέσο ύψος, δοκιμές
διαφόρων υποσυστημάτων και επιστροφή για μια άψογη προσγείωση». Η
γρήγορη αξιολόγηση των στοιχείων της πρώτης πτήσης επέτρεψε μια δεύτερη προσπάθεια στις 17 Αυγούστου, ενώ δυο περίπου πτήσεις την εβδομάδα ακολούθησαν τους επόμενους μήνες, με το Taranis να «βάζει» όλο και
περισσότερες ώρες, καθώς οι αποστολές έγιναν περισσότερο περίπλοκες
και μεγαλύτερες σε διάρκεια. Σύμφωνα και πάλι με τον Νάιτζελ Γουάιτχεντ
στη συνέντευξη Τύπου στις 5 Φεβρουαρίου, όπου δημοσιοποιήθηκε το πρόγραμμα, «οι εντυπώσεις από τη φάση αυτή ξεπέρασαν κάθε προσδοκία. Η
πρώτη φάση του προγράμματος, που περιλάμβανε πτήσεις σε διάφορα ύψη
και ταχύτητες, επιβεβαιώνοντας και κάποιες παραμέτρους μαχητικών δυνατοτήτων του αεροσκάφους, ολοκληρώθηκε, ενώ προβλέπονται άλλες δυο
φάσεις, όπου η μια θα “χτίζει” πάνω στις εξελίξεις της προηγούμενης».
Θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι το Taranis (παίρνει το όνομά του από τον θεό
των Κελτών για τους κεραυνούς) έχει πολύ μεγάλη αντιστοιχία με το γαλλικό nEUROn, πρόκειται δηλαδή για πρόγραμμα επίδειξης τεχνολογίας, χωρίς
να αποτελεί πρωτότυπο για αεροσκάφη παραγωγής. Μια κύρια διαφορά
ανάμεσα στο γαλλικό και βρετανικό πρόγραμμα ήταν ότι στο τελευταίο δεν
υπήρξε διεθνής συνεργασία και, σύμφωνα με όλες τις πληροφορίες, δεν
έγινε καν προσπάθεια να υπάρξει τέτοια, με το όλο θέμα να κρατείται εντός
των βρετανικών τειχών. Παρόλα αυτά, όπως θα δούμε παρακάτω, υπάρχει
ένα ευρύτερο πλαίσιο εκπεφρασμένων αναγκών αλλά και γαλλοβρετανικής συνεργασίας στον τομέα.
Το πρόγραμμα που εξελίχθηκε αργότερα στο Taranis, ανακοινώθηκε αρχικά το 2005 στο πλαίσιο της Λευκής Χάρτας των εξοπλισμών και είχε ως
στόχο «να αναπτύξει και να διασφαλίσει τεχνολογίες και τεχνογνωσίες στον
ευρύτερο χώρο της αεροπορίας και των UAV/UCAV». Το σχετικό συμβόλαιο,
ύψους 143 εκατομμυρίων λιρών, υπογράφηκε με την κύρια ανάδοχο BAE
Systems, εμπλέκοντας επίσης τη Rolls-Royce, τη GE Aviation Systems και
την QinetiQ, ενώ στο συνολικό πρόγραμμα μετέχουν περίπου 250 άλλες