ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑ
336 Μοίρα Α-7 Corsair II
εξελίχθηκαν σε βάθος χρόνου, δίνοντας στην ΠΑ μοναδικές δυνατότητες στον ρόλο αυτό. Σε συνεργασία με το
Πολεμικό Ναυτικό και επ’ ωφελεία αυτού, η εκπαίδευση ήταν συνεχής, με ανάπτυξη τακτικών είτε εναντίον
φρεγατών που διαθέτουν ισχυρή αντιαεροπορική άμυνα είτε εναντίον μονάδων μεγάλης αξίας, όπως αποβατικά ή πλοία ανεφοδιασμού. Η αξία του Α-7 σε τέτοιο υ
είδους αποστολές έγκειτο στη μεγάλη του μεταφορική
ικανότητα και τις εξαιρετικές επιδόσεις εμβέλειας που
συνήθως τέτοιες αποστολές απαιτούν. Πέραν των προσβολών με μη κατευθυνόμενα όπλα, υπήρχε τακτική
εκπαίδευση με βόμβες λέιζερ σε συνεργασία με F-16
και F-4, καθώς το Corsair δεν είχε τη δυνατότητα αυτόνομης κατάδειξης. Στις τακτικές αυτές, το A-7 ήταν ο φορέας μεγάλου αριθμού όπλων, έχοντας την ευχέρεια
προσβολής πολλαπλών στόχων ή της συγκέντρωσης
μεγάλου όγκου πυρός σε έναν.
Αν και για πολλά χρόνια οι χειριστές των A-7 εκπαιδεύονταν για αυτόνομη δράση κρούσης εναντίον υποδομών
και στόχων υψηλής αξίας, στις σύγχρονες αεροπορικές
επιχειρήσεις δεν τίθεται ζήτημα επιθετικής ενέργειας
χωρίς την προστασία των αεροσκαφών κρούσης και
σε αυτό το πλαίσιο τα Corsair εντάχθηκαν, όπως και
όλα τα αεροσκάφη της ΠΑ, μέσα σε «πακέτα» COMAO.
Η εμπειρία από την εκπαίδευση στο Σχολείο Όπλων
Τακτικής και η εφαρμογή των τακτικών σε σύνθετες
αεροπορικές επιχειρήσεις έχει δείξει πως τα χαμηλά
ιπτάμενα A-7 συνήθως κατάφερναν να διαπεράσουν το
τείχος προστασίας των αεροσκαφών CAP του αντιπάλου
λόγω της δυσκολίας αποκάλυψής τους στα μικρά ύψη.
Ένας από τους βασικότερους παράγοντες που επηρεάζουν τους δείκτες επιβιωσιμότητας που χαρακτηρίζουν
τα αεροσκάφη κρούσης στο περιβάλλον επιχειρήσεων
όπου θα κληθούν να δράσουν, είναι η δυνατότητα αποφυγής πλήγματος από την αεράμυνα του αντιπάλου
αλλά και η δυνατότητα απορρόφησης πληγμάτων και
προστασίας του ιπταμένου. Τα A-7 συνδύαζαν σε πολύ
μεγάλο βαθμό τα χαρακτηριστικά αυτά, αφού η πτήση
σε πολύ μικρά ύψη έκανε δύσκολη την έγκαιρη αποκάλυψή τους από το σύστημα αεράμυνας του αντιπάλου
και κατ’ επέκταση την αναχαίτισή τους από τα αεροσκάφη περιπολίας (CAP). Η αναχαίτιση ενός σχηματισμού
Α-7 από τα αντίπαλα μαχητικά αεράμυνας δεν είναι
καθόλου εύκολη υπόθεση. Στα ύψη που επιχειρεί το
Corsair ακολουθώντας το ανάγλυφο του εδάφους,
μειώνονται σημαντικά οι πιθανότητες κατάρριψής του
από τα βλήματα BVR του αντιπάλου λόγω των εγγενών
περιορισμών της λειτουργίας των τελευταίων. Από την
άλλη, είναι ακριβώς αυτά τα μικρά ύψη όπου το A-7 έχει
τη μέγιστη απόδοση ως πτητική μηχανή, ένα εξαιρετικά σταθερό αεροσκάφος με σχετικά χαμηλό πτερυγικό
φόρτο, που του έδινε εντυπωσιακή ευελιξία, ειδικά σε
χαμηλή διείσδυση. Η εμπειρία απέδειξε ότι οι σχημα30
08/2014
τισμοί των Corsair, με έγκαιρη προειδοποίηση για την επικείμενη απειλή είχαν δυνατότητα να
αποφύγουν την αναχαίτιση και να συνεχίσουν την αποστολή ή, στη χειρότερη περίπτωση, να
απορρίψουν τα όπλα τους και να επιβιώσουν. Στον τελευταίο «Ηνίοχο», μάλιστα, υπήρξαν περιπτώσεις που τα μοναδικά επιθετικά αεροσκάφη που δεν καταρρίφθηκαν ήταν τα Α-7! Αυτό ήταν
το αποτέλεσμα αφενός της συνεργασίας και της προστασίας που προσέφεραν τα αεροσκάφη
συνοδείας, δίνοντας τη δυνατότητα στα Corsair να διαφύγουν, αφετέρου του προφίλ της πτήσης,
το οποίο καθιστούσε αδύνατο στα ραντάρ επίγειων συστημάτων αεράμυνας να τα εγκλωβίσουν
και να εξαγάγουν παραμέτρους βολής. Το περιβάλλον, βέβαια, επιχειρήσεων αλλάζει ραγδαία
τόσο με την εισαγωγή αεροσκαφών AEW&C όσο και αποτελεσματικότερων συστημάτων αεράμυνας.
Παρά το γεγονός πως τα τελευταία 15 χρόνια - με το σύστημα που ακολουθούσε η ΠΑ, όπου ο
στόλος των Corsair είχε και ρόλο προεπιχειρησιακού εκπαιδευτικού μαχητικού (LIFT) - πολλοί
ιπτάμενοι ύστερα από τη συμπλήρωση 200-300 ωρών στα Α-7 αποχωρούσαν για τη μετεκπαίδευσή τους σε F-16 και Mirage 2000, η εκπαίδευση παρέμενε το ίδιο σκληρή και απαιτητική
και σε καμία περίπτωση δεν παρέκκλινε του κύριου ρόλου. Οι δύο Μοίρες που είχαν επιφορτιστεί με την εκπαίδευση των ιπταμένων σε αυτήν την κατεύθυνση, διατηρούσαν ως κύριο ρόλο
τις αποστολές αέρος - εδάφους, ενώ, παράλληλα, προσέφεραν αεροπορική εμπειρία στους
νεότερους ιπταμένους, προετοιμάζοντάς τους για την ομαλότερη ένταξή τους στις Μοίρες νεότερων αεροσκαφών. Η σχεδόν παρόμοια φιλοσοφία κατασκευής (μονοθέσιο - μονοκινητήριο)
και η πανομοιότυπη λειτουργία του οπλικού συστήματος του Α-7 με αυτό του F-16, αποτέλεσε
την κοινή βάση, η οποία επέτρεψε την αξιοποίηση της αεροπορικής εμπειρίας από τον έναν
τύπο στον άλλον. Έτσι, οι Κουρσάροι άφησαν πολύτιμη παρακαταθήκη και σε αυτή τη διάσταση.
Η αναφορά μας, βέβαια, για το μοναδικό μαχητικό της Vought αλλά και την ακόμη πιο μοναδική του καριέρα στην Ελληνική Πολεμική Αεροπορία, δεν ολοκληρώνεται, φυσικά, εδώ, αλλά,
αντίθετα, μόλις ανοίγει και θα συνεχιστεί και στα επόμενα τεύχη μας. Αμέσως προσεχώς «Το Α-7
όπως δεν το έχετε ξαναδεί!» π&δ