Η ιστορία του πατέρα μου, που ήρθε από την Σμύρνη το '22
Μιας και λόγω των Σύρων όλοι
θυμήθηκαν προσφάτως την καταστροφή της Σμύρνης -το Lifo κάνει εκτενές
αφιέρωμα με προσωπικές ιστορίες
προσφύγων από τη Σμύρνη-, ας παραθέσω κι εγώ την ιστορία του μπαμπά μου,
όπως τουλάχιστον την έχω ακούσει και
την ξέρω.
Ο πατέρας μου λοιπόν γεννήθηκε στη
Σμύρνη το 1915 -την ίδια χρονιά με τον
Frank Sinatra, είχε να το λέει! Ο αδελφός του το ‘17, δυο αδέλφια ήταν. Ο
πατέρας τους Ηλίας ήταν γέννημαθρέμμα Σμυρνιός κι η μάνα τους Σαπφώ
ήταν από τη Λέσβο, πολλοί γάμοι συνάπτονταν τότε μεταξύ αυτών των
πληθυσμών, μιας και τα ελληνικά νησιά
είναι μία πετριά από τις ακτές της
πάλαι ποτέ Ιωνίας.
Ο παππούς τους Όθων είχε έρθει από
το Αϊβαλί στη Σμύρνη -αν οι πληροφορίες είναι σωστές- και για ένα φεγγάρι
ήταν διπλωματικός απεσταλμένος της
Σμύρνης στην Τεργέστη -αυτό το
διαπίστωσα ιδίοις όμμασι ψαχουλεύοντας για ώρες τα αρχεία της «Εστίας»
Νέας Σμύρνης, όταν κάποτε ενδιαφερόμουν ακόμα για το γενεαλογικό μου δέντρο. Παντρεμένος με την επίσης
Λέσβια Αλεξία από την οποία πήρα και
τ’ όνομά μου. Κάποια στιγμή θέλησε να
ανοίξει στην Σμύρνη τράπεζα και για
οικονομικά συμφέροντα τον σκότωσαν
κάπου στα τέλη του 19ου αιώνα - αρχές
'20 ου.
Φωτό: Μανώλης Μεγαλοκονόμος,
ο σημαντικότερος ίσως φωτογράφος
της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας
και φίλος της οικογένειας
Το 1922 λοιπόν η οικογένεια του
πατέρα μου ζούσε κι ευημερούσε στη
Σμύρνη με σπίτι και μαγαζί «ΕδώδιμωνΑποικιακών» πάνω στον γνωστό μεγάλο παραλιακό δρόμο της Σμύρνης. Το
1922, όταν ξέσπασε η μεγάλη πυρκαγιά
κι άρχισε ο διωγμός των Ελλήνων από
τη Σμύρνη, η γιαγιά μου πήρε τα δυο της
παιδιά με σκοπό να περάσει με βάρκα
απέναντι, στη γενέτειρά της Μυτιλήνη.
Για 3 μέρες κρύβονταν σε τάφους να
μην τους βρουν και τους σκοτώσουν. Ο
παππούς έμεινε πίσω και δεν γύρισε
ποτέ. Μέχρι που πέθανε η γιαγιά μου το
1973, έβαζε συνεχώς ανακοίνωση στις
Αναζητήσεις Αγνοουμένων του Ερυθρού Σταυρού, που τις ακούγαμε απ΄ το
ραδιόφωνο -αυτό το θυμάμαι προσωπικώς.
Από τη Μυτιλήνη σύντομα κατέφθασαν
στην Αθήνα. Η γιαγιά είχε ράψει τα
κοσμήματά της στη φόδρα κάποιων
φορεμάτων και πουλώντας τα πέρασαν
τον πρώτο καιρό στην Αθήνα. Για μερικά χρόνια έμεναν μαζί με πολλούς
άλλους πρόσφυγες και κοιμόντουσαν
στα πατώματα ενός αρχοντικού που
είχε παραχωρήσει γι’ αυτόν τον σκοπό
ο Κανελλόπουλος -δεν ξέρω ποιος ακριβώς Κανελλόπουλος- στου Ψυρρή. Ο
πατέρας μου μέχρι που πέθανε έλεγε
«Εγώ στου Ψυρρή μεγάλωσα», για να
δηλώσει π >'>