38
καταδικάσουν τις τουρκικές βαρβαρότητες, βαρβαρότητες που στρέφονται εις βάρος της ίδιας της Χριστιανοσύνης, όπως λένε, και να σταθούν αρωγοί στον
αγώνα τους. Τους εξηγούν ότι ζητούν πλέον «ΕΝΩΣΙΝ μετά της μητρός Ελλάδος» και όχι αυτονομία,
καθώς η τελευταία θεωρούσαν ότι θα απέβαινε καταστροφική για την Κρήτη, καθώς θα ήταν επισφαλής.
Και καταλήγουν λέγοντας (απόδοση σε απλή νεοελληνική): «Διακηρύσσουμε, έχοντας πλήρη συνείδηση
της ιεράς μας υποθέσεως, ότι με τη βοήθεια του
Παντοδύναμου, θα εξακολουθήσουμε τον
αγώνα μέχρις εσχάτων και μόνον ο θάνατος θα
κλείσει τα στόματά μας, τα οποία από τη μία άκρη
της Νήσου έως την άλλη, μία εκπέμπουν φωνή, την
φωνή ΤΗΣ ΕΝΩΣΕΩΣ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ».
Οι Μεγάλες Δυνάμεις όμως δεν αποδέχονται το
αίτημα των επαναστατών και αποφασίζουν τη διεθνή
κατοχή των πόλεων Χανίων, Ρεθύμνου και Ηρακλείου. Η νέα αυτή εξέλιξη οδήγησε το βασιλιά της
Ελλάδος Γεώργιο Α΄και την ελληνική κυβέρνηση Δεληγιάννη να επέμβουν ακόμα πιο δραστικά: Στέλνουν
ελληνικό στρατό στην Κρήτη, προκειμένου να ενισχύσουν τον αγώνα των αδελφών Κρητών. Ελληνικό εκστρατευτικό σώμα 1500 ανδρών μ’ επικεφαλής
το συνταγματάρχη Τιμολέοντ