ΕΣΥ τ.78 | ΙΟΥΛ.-ΔΕΚ. 2013 | Page 31
31
περίοδο τῆς ὕστερης ἀρχαιότητας, οἱ διδασκαλίες τῶν δύο αὐτῶν φημισμένων φιλοσόφων βρῆκαν ξανὰ διέξοδο μέσα ἀπὸ τὰ
ῥεύματα τοῦ νεοπυθαγορισμοῦ καὶ τοῦ νεοπλατωνισμοῦ. Ἐξίσου ἀποδεκτὴ εἶχε γίνει ἡ
ὑπὸ ἐξέταση πλάνη καὶ ἀπὸ τὸν γνωστικισμό,
«κίνημα» ποὺ περιελάμβανε πληθώρα τάσεων
καὶ ὁμάδων (Μανιχαῖοι κ.ἄ.).
Ὅσα ἀπὸ τὰ φιλοσοφικὰ καὶ θρησκευτικὰ
ῥεύματα ποὺ προαναφέρθηκαν κατάφεραν
νὰ ἐπιβιώσουν κατὰ τὸν Μεσαίωνα, συνέχισαν, ὁμολογουμένως μὲ μειωμένη ἀπήχηση,
τὴν διδασκαλία τῆς μετενσάρκωσης ἐρχόμενα, φυσικά, σὲ σύγκρουση μὲ τὴν χριστιανικὴ πίστη. Ταυτόχρονα, ὁ ἑβραϊκὸς
μυστικισμὸς τῆς περιόδου ἀποδεικνύεται
ὀπαδὸς τῆς σχετικῆς δοξασίας, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὸ Ταλμοὺδ καὶ τὴν καββαλιστικὴ
ἑβραϊκὴ παράδοση.
Tὴν σκυτάλη στὴν σύγχρονη ἐποχὴ πῆρε ἡ
Θεοσοφικὴ Ἑταιρεία, ἕνα συγκρητιστικὸ μόρφωμα ποὺ ἱδρύθηκε τὸ 1875 στὴν Νέα Ὑόρκη
ἀπὸ τὴν ἀποκρυφίστρια Helena PetrovnaBlavatsky καὶ τὸν τέως συνταγματάρχη Henry
Steel Olcott. Ἡ δράση τῆς συγκεκριμένης
ὀργάνωσης ὑπῆρξε καθοριστικὴ σὲ αὐτὸ τὸ
ζήτημα, καθὼς ῥητὰ ἀναφέρεται πὼς ἕνας
ἀπὸ τοὺς σκοπούς της εἶναι «νὰ καταστήσει
γνωστὴ τὴν βασικὴ ἀλήθεια τῆς μετενσαρκώσεως».
Ἀναλυτικότερα, τὰ μέλη τῆς Ἑταιρείας
αὐτῆς ἐργαζόμενα συστηματικὰ στὴν Ἰνδία,
πέτυχαν νὰ ἀναζωογονήσουν τὸν ἰνδουισμό
πού βρισκόταν μέχρι τότε σὲ κατάσταση παρακμῆς. Αὐτὸ ὁδήγησε στὴν ἔναρξη, γιὰ
πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία, ἱεραποστολικῆς
δράσης τοῦ ἰνδουισμοῦ μέσῳ τῆς ἐγκατάστασης διαφόρων γκουροὺ σὲ χῶρες τοῦ δυτικοῦ
κόσμου. Ἐκεῖ οἱ Ἀσιάτες «ἱεραπόστολοι»
πραγματοποιοῦσαν ὁμιλίες, συμμετεῖχαν σὲ
συνέδρια καὶ ἵδρυσαν σ