δίχως να είναι ξεκάθαρο το πώς αυτά χρησιμοποιούνται. Ενώ, παράλληλα, ο αλγόριθμος της δεν ιεραρχεί ούτως ή άλλως τα αποτελέσματα μιας αναζήτησης βάσει της εγκυρότητας και της αξιοπιστίας τους. Το γεγονός ότι χρησιμοποιεί σαν επιχείρημα την δυνητική άσκηση αυτού του δικαιώματος από απολυταρχικά καθεστώτα και κυβερνήσεις, έχει μεν βάση, ωστόσο δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα των κινήτρων της εταιρείας.
Με αφορμή αυτή την απόφαση, τίθεται υπό συζήτηση και το ζήτημα της ελευθερίας έκφρασης όσο και του δημόσιου χαρακτήρα της πληροφορίας και της ενημέρωσης. Ποιος ελέγχει αν και πότε κρίνεται απαραίτητη η αφαίρεση μίας πληροφορίας και ποια είναι η βαρύτητα αυτής σε σχέση με το δημόσιο βίο; Μπορεί κάποιος ο οποίος δεν έχει μόνο προθέσεις προστασίας των προσωπικών του δεδομένων για «αγνούς» σκοπούς να ζητήσει την απόκρυψη μίας πληροφορίας η οποία μπορεί, εν τέλει, να είναι χρήσιμη για την διαμόρφωση της κοινής γνώμης; Τα ερωτήματα αυτά υφίστανται και έξω από την απόφαση αυτή, για τις μηχανές αναζήτησης και τον τρόπο με τον οποίο ιεραρχείται και παρουσιάζεται η πληροφορία μέσα από τους αλγόριθμους.
Ο δημόσιος χαρακτήρας της πληροφορίας δεν άρχισε να απειλείται από την εν λόγω απόφαση. Καλό θα ήταν να αναλογιστούμε και τι γίνεται με την πληροφορία που εμφανίζεται στην κορυφή των αποτελεσμάτων και ο μέσος χρήστης δεν αναρωτιέται πως αυτή κατέληξε εκεί.
Πηγή:: https://www.theguardian.com/technology/2019/sep/24/victory-for-google-in-landmark-right-to-be-forgotten-case
Στην πιο πρόσφατη απόφαση του (Σεπτέμβριος 2019), σε σχέση με το δικαίωμα που κατοχυρώθηκε μέσω νομικής απόφασης το 2014 για διαγραφή δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ύστερα από αίτημα των ενδιαφερόμενων, το Δικαστήριο της Ε.E. κατέληξε στο ότι το δικαίωμα αυτό μπορεί να ασκηθεί μόνο εντός της E.E.. Η απόφαση αυτή αφορά τις μηχανές αναζήτησης και όχι τους κατόχους ιστοσελίδων στις οποίες είναι δημοσιευμένες οι πληροφορίες.
Κάτι τέτοιο εγείρει αρκετούς προβληματισμούς και ερωτήματα που αφορούν την πληροφορία και την σχέση του κοινού με αυτήν καθώς και την διάσταση που μπορεί να πάρει στο μέλλον μία τέτοια απόφαση, ενώ ταυτοχρόνως καθιστά κάπως ασαφή την θέση εταιρειών όπως η Google απέναντι στον ρόλο τους στην ενημέρωση του κοινού. Είναι θεμιτό και εύλογο να θέλει κάποιος να αφαιρεθεί μία πληροφορία που τον αφορά, η οποία δεν έχει πλέον ισχύ ή τον στιγματίζει και τον εμποδίζει στην καθημερινότητά του (π.χ. κάποιος που δεν μπορεί να βρει δουλειά εξαιτίας μίας λανθασμένης ή ντροπιαστικής ανάρτησης στο διαδίκτυο).
Ωστόσο, από τη στιγμή που το ζήτημα βρίσκεται εντός του πεδίου του κυβερνοχώρου είναι πιο δύσκολο να το προσεγγίσουμε με άκρως υποκειμενικά κριτήρια. Πρώτον, η απόφαση αυτή αφαιρεί την δυνατότητα αναζήτησης με το ονοματεπώνυμο του ατόμου ως λέξη-κλειδί. Η ίδια η πληροφορία στην ουσία παραμένει διαθέσιμη και είναι ανιχνεύσιμη αν χρησιμοποιηθούν περιφράσεις. Παράλληλα, από τη στιγμή που δεν αφορά χώρες εκτός E.E, είναι προσβάσιμη σε όποιον καταβάλει μια παραπάνω προσπάθεια για να την αναζητήσει. Επομένως, η ιδιωτικότητα του ατόμου προστατεύεται μόνο εν μέρει και διατηρεί επιφανειακό χαρακτήρα.
Το δικαίωμα στη λήθη δεν είναι η λύση για το ζήτημα της ιδιωτικότητας στο διαδίκτυο. Είναι κάπως οξύμωρο το γεγονός ότι η Google εναντιώθηκε στην ισχύ της νομικής απόφασης σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλά απαιτεί από τους χρήστες της να παρέχουν τα δεδομένα τους
Μηχανές αναζήτησης και το δικαίωμα στη λήθη
Αλκμήνη Μπιστίνα