Το τέλος του κόσμου | Page 54

Το τέλος του κόσμου Αθηνά Γεωργίου Κι αν δεν υπήρχε αύριο; με ρώτησε κλείνοντας μου απαλά τα μάτια με τα βρεγμένα της χέρια. Ένα αεράκι άγγιξε το πρόσωπό μου εκείνη τη στιγμή. Ένιωσα να παγώνω. Μα δεν γίνεται να μην υπάρχει αύριο σκέφτηκα. Πάντα υπάρχει αύριο. Σταγόνες βροχής κύλησαν στο σώμα μου. Ή μήπως όχι; Μήπως ήταν ο ιδρώτας που έρρεε από κάθε πόρο του κορμιού μου στο άκουσμα των λόγων της; Σάστισα… ένιωσα μπερδεμένος. Τι παράξενη ερώτηση! Τι προσδοκούσε άραγε να ακούσει; Ποια απάντηση ήταν η σωστή; Ποια θα ικανοποιούσε την απορία της και ποια θα γαλήνευε την ψυχή της; Έπρεπε να σκεφτώ γρήγορα. Ο χρόνος δεν ήταν με το μέρος μου και δεν μπορούσα να αφήσω αυτή την ευκαιρία να χαθεί. Την αγαπούσα πολύ. Κάθε μέρα και περισσότερο και έπρεπε επιτέλους να της το πω. Να βρω τη δύναμη να εκφραστώ. Αλλά πώς; Πώς να πω λέξεις που δεν χωρούν στο στόμα και πονάνε καθώς τις καταπίνω, πώς να μοιραστώ μαζί της σκέψεις απόκρυφες που αλητεύουν κάθε βράδυ στον ύπνο μου, πώς να ομολογήσω συναισθήματα που με θεριεύουν μένοντας μες στην ψυχή μου; Δεν είναι εύκολο. Μα ναι! Είναι τόσο απλό. Θα σ’ αγαπούσα δίχως αύριο της είπα κι άνοιξα τα μάτια μου με παιδική προσμονή αθώας αναζήτησης για αμοιβαία ευτυχία. Αλλά δεν ήταν εκεί. Περιπλανήθηκε το βλέμμα μου με την ελπίδα ότι θα συναντήσω τη μορφή της, μα ήταν μάταιο. Σκοτάδι παντού. Ένιωσα άδειος, όμως κατάλαβα. Κατάλαβα ότι άργησα να απαντήσω πολύ κι είχε φύγει. Είχε χαθεί όπως χάθηκα κι εγώ στις σκέψεις μου ψάχνοντας τις κατάλληλες λέξεις να ξεστομίσω. Όπως έχασα χρόνο αναλογιζόμενος το μέλλον προσπερνώντας να ζήσω το παρόν. Όπως από ανασφάλεια για το αύριο επέλεξα να μη ρισκάρω στο σήμερα. Όχι από τύχη ούτε από σύμπτωση, μα από δική μου συνειδητή επιλογή να αρνηθώ να μηδενίσω τον χρόνο, δεν πρόλαβε να ακούσει ό, τι λαχταρούσε πιο πολύ. Κι είναι κρίμα, γιατί ίσως τελικά να μην υπάρχει αύριο. Ίσως τελικά αύριο να είναι όντως το τέλος του κόσμου… 54