Το τέλος του κόσμου | Page 133

Το τέλος του κόσμου Περπατούσαμε σχεδόν τέσσερις ώρες. Ταλαιπωρημένοι, πεινασμένοι, διψασμένοι και ελεεινοί καθώς είμαστε ακούσαμε ένα δυνατό θόρυβο. Κάτι σαν κανονιά αλλά στο πιο σόφτ και γλυκούλικο. Μικρούλα κανονιά θα έλεγα. Ο Γιάννης πλέον ήταν στα όρια του: δεν ήθελε να κάνει βήμα παρακάτω, τα τσίσα που λέγαμε παραπάνω, είχαν τακτοποιηθεί αλλά χωρίς να βγάλει τα ρούχα και κάθε μια λέξη, μια συλλαβή λέξης θα έλεγα καλυτέρα, έχωνε και το αίτημα του «πεινάω σαν λύκος, δεν μπορώ να σου απαντήσω». Και έτσι πήγαινε. Εμείς οι άλλοι δυο, οι πιο ψύχραιμοι ή οι πιο ανυπόμονοι για το τέλος του κόσμου, δείχναμε πραγματική στωικότητα και υπομονή. Μέχρι που ο θόρυβος επαναλήφθηκε. Εννιά φορές. Κατά ριπάς. Ασταμάτητα και επαναληπτικά. Τότε πια, τέλειωσαν τα ψέματα. Το τι τσιρίδα και τι κραυγή ακούστηκε από όλους μας, δεν λέγεται. Είχαμε αγκαλιαστεί και οι τρεις μαζί σε ένα ξέφωτο που βρήκαμε μετά από τρεχαλητό και φωνές και αγωνία, για να γλυτώσουμε από τις κανονιές. Βρεθήκαμε αγκαλιασμένοι, να τσιρίζουμε μέχρι να βγει ο λαιμός και να παραδινόμαστε στους υποτιθέμενους εχθρούς. Το «οίκτο, οίκτο» αντηχεί ακόμη στα αυτιά μου προκειμένου να γλυτώσουμε από τα πολυβόλα. Είχαμε τόσο ερμητικά κλειστά τα μάτια μας και ήμασταν τόσο σφικτά αγκαλιασμένοι και οι τρεις, που μάλλον η θαλπωρή και η αγωνία, μας κοίμισε. Έτσι καταλάβαμε όταν πια, σχεδόν σούρουπο, μας ξύπνησε όχι και τόσο τρυφερά, ένας βοσκός που γύριζε τα ζώα του στη στάνη. «Ω ρε τι κάνετε εδώ χαμένα;» μας είπε σχεδόν υποτιμητικά. «Μας κυνηγούσαν. Είχαμε ξεκινήσει από το πρωί να βρούμε το τέλος του κόσμου και εκείνη η κουτσομπόλα σ, στο τέλος του χωριού, μας ανάγκασε να πούμε το σκοπό μας» είπε η Λυδία. «Και μαθεύτηκε ο σκοπός και μάλλον ήρθαν να μας σταματήσουν. Να μας βάλουν εμπόδιο» φώναξε με όση φωνή του είχε απομείνει, ο Μηνάς. «Πήγαν να μας σκοτώσουν κύριε βοσκέ μας» είπε ο Γιάννης, με φανερό τρέμουλο στη φωνή του. «Ω ρε κατακαημένα. Σας βάρεσε η ζεστή και η κούραση στο κεφάλι!! Ποιο τέλος του κόσμου μωρέ; Ποιο φονικό; Ποιοι σας κυνηγάνε;» 133