Το τέλος του κόσμου | Page 122

Το τέλος του κόσμου Λένα Παγώνη …κοφτές, βαθιές, ανυπόμονες, και ανάσες ανακούφισης γεμίζουν τη ζωή του. Εάν αυτές σωπάσουν ο δικός του κόσμος θα τελειώσει… Αναρωτιέμαι… Γιατί τον βλέπω πάντα εκεί; Σ’ εκείνη τη γνωστή γωνία του Κέντρου, δείγμα του παλμού ολόκληρης της πόλης; Κάθε μέρα βυθισμένος στην λευκή, φθαρμένη καρέκλα του, έτοιμη να τον ρίξει. Τόσο ταλαιπωρημένη που αποτυπώνει την παραμονή της εκεί. Μπροστά του ένα αναποδογυρισμένο χαρτόκουτο να κρατά με όποιο σημείο του δεν έχει ίχνη άτσαλα κομμένης χαρτοταινίας το μικρό βιολί. Πωλείται, γράφει. Τιμή, δεν γράφει. Αναρωτιέμαι… Σε ποιον πουλά; Στον Κινέζο επισκέπτη που τα κλικ της μηχανής του συνθέτουν ρυθμούς ντίσκο προσπαθώντας να απαθανατίσει μέχρι και τη στιγμή που στρίβει το τσιγάρο του; Στον δικηγόρο που ασφυκτιά τυλιγμένος στη γραβάτα του και παλεύοντας να απεγκλωβιστεί παραλίγο να γκρεμίσει το χαρτόκουτό του; Στην παρέα των δεκαπεντάρηδων που το βλέμμα τους φτάνει μόνο σε εκείνους που νομίζουν ότι απειλούν τη δίωρη ελευθερία τους; Αναρωτιέμαι… Τι περιμένει; Δεν τον έχω δει να το κουρδίζει ούτε να γυαλίζει τις χορδές του, ό,τι ξέφυγε από την αποπνικτική ατμόσφαιρα της πόλης βρίσκεται επάνω τους. Ο ήχος του δεν έχει ανακατευτεί έστω και λίγο με τη φασαρία της πόλης. Ένα τραγούδι, ένα μόνο, δεν άκουσα. Αναρωτιέμαι... Ήταν ποτέ βιολιστής; Αναρωτιέμαι… Το θέλει κανείς; Εάν κάποιος το πάρει, το χαρτόκουτο θα βρεθεί στον αέρα. Κι εκείνος καθισμένος σε μια εξουθενωμένη καρέκλα στη μέση της πολυσύχναστης 122