Προφήτης της Νέας Σμύρνης τεύχος 41 Ιούνιος 2017 Ο Προφήτης Tεύχος 54 Νοέμβριος 2018 | Page 6

30 Νοεμβρίου 2018 ΑΠΟΨΗ 6 Παππούς - Γιαγιά της Στέλλας Ατλαμάζογλου Μέλος ΕΣΗΤΛΣΥΜ www.styliani.gr Να ‘μαστε, λοιπόν, γιαγιά, στο ίδιο νεκροταφείο, είκοσι τρία χρόνια μετά τον παππού. Τότε ήμουν παιδάκι, δεν κατάλαβα τίποτα, παρόλο που θυμάμαι εκείνη τη μέρα. Τούτη φορά, ήρθαμε για ‘σένα, για να σου πούμε το στερνό αντίο, να σου αφήσουμε ένα λευκό λουλούδι. Σε έζησα στα καλά σου, στα άσχημα, στα χειρότερα και στο τέλος. Σε είδα να βγαίνεις από το σπίτι σε εκείνο το κουτί, φορώντας τα ρούχα που σου διάλεξα. Χρώμα σου διάλεξα, όπως είχε κι η ζωή που έζησες πλάι στον παππού. «Έφυγες» γιαγιάκα μου.  Είχες κουραστεί. Το περιμέναμε. Μέσα στη θολούρα του μυαλού σου και την βασανιστική ακινησία, υπήρ- χαν στιγμές καθαρές.  Ήθελες να «ξεκουραστείς», το έβλεπα. Αυτό που συνειδητοποίησα, ήταν το πώς ένιωθαν όλοι, σε όσους έδινα συλλυπητήρια τόσα χρόνια. Πονάει, πονάει πολύ, και τώρα που στα γράφω, λες και θα τα διαβάσεις από εκεί ψηλά. Με ρώταγες κάθε φορά, αν θυμόμουν τι μου είχες πει. «Ότι με αγαπάς», σου απαντούσα. Μετανιώνω για όσες φορές δεν ήρθα, τελικά, να σε δω. Μετανιώνω για όσα ήθελες να με μάθεις και έμειναν στα λόγια. Μετανιώνω που δεν σε ρώτησα πράγματα παραπάνω για τη ζωή σου. Τα του παρελθόντος τα θυμόσουν, έτσι κι αλλιώς, με την παραμικρή λεπτομέρεια. Μετανιώνω που σου θύμωνα λίγο, όταν έκανες ένα διάλειμμα από την πραγματικότητα. Θυμάμαι που ξεκίνησες να με μαθαίνεις να πλέκω με το βελονάκι. Δεν ξέρω, γιατί δεν συνεχίσαμε. Μετανιώνω και για αυτό. Βλέπω τα εργόχειρά σου και σε θαυμάζω. Πόσο θα χαιρόμουν τώρα, αν με μάθαινες. Θα κρατήσω τις κλωστές και τα βελονάκια σου να μάθω να πλέκω και να κεντώ. Θα κρατήσω και τις συνταγές σου, να μαγειρεύω τα πολίτικα φαγητά στην οικογένειά μου, από αυτά που μας έφτιαχνες. Δεν έχω φάει ωραιότερα ιτσλί από τα δικά σου. Δεν έχω δει ωραιότερα σχέδια από τα δικά σου πάνω τους σε κανένα ζαχαροπλαστείο.  Θυμάμαι, που ερχόμουν να φτιάξουμε κουλουράκια. Ήταν η αγαπημένη μου ασχολία μαζί σου. Έχουν χαραχτεί στη μνήμη μου αυτές οι νόστιμες στιγμές, πασπαλισμένες με ζάχαρη και αλεύρι και νόστιμο χτυπητό αυγό με κακάο. Θυμάμαι τα γέλια που κάναμε, όταν επιχείρησα να κοσκινίσω για πρώτη φορά το αλεύρι και το έριξα όλο πάνω σου. Πλέον, δεν γεμίζω την κουζίνα αλεύρι, γιαγιά μου. Σε θυμάμαι στη ραπτομηχανή να δημιουργείς. Σε θυμάμαι να τραγουδάς μόνη σου. Σε θυμάμαι να ψέλνεις, ακούγοντας τη λειτουργία της Εκκλησίας. Λένε πως ο άνθρωπος πεθαίνει, μόνο, όταν τον λησμονήσεις και παύεις να μιλάς για εκείνον. Σε έχασα, γιαγιά, αλλά υπάρχεις στις αναμνήσεις μου, κι ας σε βλέπω, πλέον, μόνο στις κορνίζες. Είμαι συνέχειά σου, περήφανη, για όσα μου κληροδότησες. Υπάρχεις στη σκέψη μου, στα πικάντικα φαγητά που μαγειρεύω, στα κουλουράκια που πλάθω, στα ρούχα που ράβω, στα όσα με συμβούλευες να κάνω, στα γράμματά σου, στις στιγμές που τραγουδώ στο σπίτι μόνη μου, στα λαχανικά που μεταφυτεύω. Βαρύ το πένθος. Σκοτεινός και μυστήριος ο θάνατος. Πιστεύουμε ότι είμαστε ψύχραιμοι και άτρωτοι στην ιδέα του αναπόφευκτου, όμως, όταν το νήμα κοπεί, όλα ανατρέπονται. Ο καθένας μας βιώνει τα πέντε στάδια του πένθους διαφορετικά κι αντιδρά με τον δικό του τρόπο. Βγαίνεις, γελάς,  θέλεις παρέα, θυμώνεις, απομονώνεσαι, κλαις, αποζητάς την ησυχία σου, κλαις ξανά. Δεν αλλάζει το αποτέλεσμα, δεν θα ξαναδείς τον άνθρωπό σου. Καμιά παρηγοριάς κουβέντα δεν θα γαληνέψει την ψυχή σου. Προσπαθώ να διαχειριστώ την αλλαγή, γιαγιά, να δεχτώ την απουσία.  Κι όσοι δεν θέλησαν να μάθουν καλά το μέσα μου, θαρρούν πως αδιαφορώ και απορούν που βγαίνω.  Κι εγώ γελάω το πρωί και τη νύχτα κλαίω. Ποιος ο λόγος να απολογηθώ; Αφήστε με στον πόνο που δεν βλέπετε, καημένοι. Σταμάτησα να ασχολούμαι, ας λέτε ό,τι θέτε. Έχετε το δίκιο σας κι έχω το δικό μου.   Υ.Γ.:  Βρήκα κάτι μαντηλάκια στο συρτάρι και τα μοίρασα στους συγγενείς για την κηδεία. Ο μπαμπάς μου μού είπε ότι έκανες κι εσύ το ίδιο. Περίεργο, ε; Το κράτησα το δικό μου μαντήλι, γιαγιά. Έχει τα δάκρυά μου για εσένα πάνω του. Είσαι ήρεμη πια. Σε αγαπώ και σε θυμάμαι.  Το γιαβρί σου χαστούκι: έτσι ακριβώς μπορούν να λειτουργήσουν και κάποιες λέξεις για τον εγκέφαλο μας: ως χάδια ή χαστούκια.   Οι λέξεις έχουν τεράστια ηλεκτρομαγνητική δόνηση και δύναμη για την ψυχολογία μας. Όλη έχουμε πρόχειρη μια στιγμή της ζωής μας στο μυαλό μας που ακούσαμε ένα «Ναι» που μας απογείωσε και άνοιξε χίλιες πόρτες και  ένα «Όχι» που νομίσαμε ότι θα σταματούσε το χρόνο… Η μορφή της επικοινωνίας σε μια σχέση καθορίζει και την ποιότητά της.  Το να πούμε μια καλή κουβέντα προϋποθέτει αφενός ότι πρώτοι εμείς την έχουμε βρει μέσα μας για τον εαυτό μας τον ίδιο και ότι έχουμε τη διάθεσή ναμοιραστούμε  πράγματα και σκέψεις με τους άλλους και να μην τα κρατάμε «για το κεφάλι μας μόνο». Οι άνθρωποι που έχουμε διαλέξει να είναι στη ζωή μας είναι και οι  σημαντικότεροι  για εμάς. Μια καλή λέξη παραπάνω ( πάντα συνοδευμένη με τις αντίστοιχες πράξεις) είναι αυτό που θα κρατήσει τη   σύνδεση μας  ζωντανή  και θα θυμίσει στον άλλον ότι τον «βλέπουμε»,ότι δεν τον θεωρούμε δεδομένο ή αμελητέο. Ότι τον αναγνωρίζουμε ως αυτόνομη οντότητα πέρα από τη σχέση μαζί μας. Και αυτό είναι και η μεγαλύτερη εγγύηση αυτονομίας που εκούσια θέλει να Συμμετέχει… «Με Τον Καλό Τον Λόγο…» Της Γεωργίας Τσιάκου, Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας και Αυτοε κτίμησης Αλήθεια, πόση σημασία άραγε έχει να μιλάς όμορφα σε έναν άνθρωπο? Πόσο  διαφορά  θα του κάνει εάν του πεις καλημέρα ή όχι? Εάν πεις σε κάποιον ότι είναι όμορφο αυτό που φοράει σήμερα και ότι του πηγαίνει πολύ αυτό το χρώμα αντί να το σκεφτείς αλλά να το κρατήσεις μέσα σου και να μην το πεις ποτέ? Και σε τελική ανάλυση , γιατί να πεις κάτι καλό σε κάποιον όταν η εκπαίδευση που παίρνουμε είναι να αναδεικνύουμε ψεγάδια και σφάλματα πάνω μας και στους άλλους?           Το να πούμε κάτι καλό δε σημαίνει ούτε απαραίτητα ότι  κολακεύουμε  ούτε ότι θέλουμε να κερδίσουμε κάτι από τον αυτόν. Η ανάδειξη των θετικών στοιχείων του συντρόφου ή του συνεργάτη μας ή του φίλου μας είναι κάτι που σε πρώτο χρόνο ωφελεί εμάς και μετά το άτομο που λαμβάνει το κοπλιμέντο. Για σκεφτείτε πόσο ωραία νιώθουμε ανάμεσα σε όμορφους και χαρού- μενους ανθρώπους και αντίστροφα πόσο άσχημα νιώθουμε ανάμεσα σε ανθρώπους που εκπέμπουν χαμη- λή αυτοεκτίμηση και μιζέρια….Το περιβάλλον είναι ο καθρέπτης μας  και σίγουρα τα άτομα που απαρτίζουν το περιβάλλον μας φτιάχνουν και το φορτίο μέσα στο οποίο αλληλεπιδρούμε. Απ’ την άλλη πλευρά παρατηρώ ότι η ψυχολογική τάση της εποχής «ταΐζει»   με λάθος τροφή την έννοια της Αυτονομίας. «Γνωρίζω από μόνος μου πόσο όμορφος/η, ικανός/η, σημαντικός/η είμαι οπότε δε θα έπρεπε να έχω καμία ανάγκη να το ακούσω από το ταίρι μου» πράγμα που οδηγεί σε  απομόνωση  είτε φανερά είτε κεκαλυμμένα μέσα στις σχέσεις. Αφενός το να αναδεικνύεις μόνο τα αρνητικά στον άλλον σας αποκρίνει καθώς χάνεται κάθε σεβασμός και θαυμασμός αφετέρου η σχέση καταντάει  τοξική  καθώς η αποθάρρυνση αυτή δε δίνει κανένα κουράγιο για προσπάθεια ή καλυτέρευση: κανείς δεν προόδευσε με μαστίγιο.            Χρησιμοποιώντας τη λέξη «μαστίγιο» παραθέτω τη λέξη  «χάδι».  Όπως ακριβώς το σώμα μας θα αντιδράσει πολύ θετικά σε ένα χάδι γεμάτο αγάπη και τρυφερότητα από τον άνθρωπό μας και αρνητικά σε ένα τράβηγμα ή ένα