6
ΝΕΟΙ ΟΡΙΖΟΝΤΕΣ, ΜΑΡΤΙΟΣ 2015
Τ Ο
Θ Ε Α Τ Ρ Ο
Σ Τ Η
Του Πάνου Σκουρολιάκου
εώρηση, που αγαπήθηκε και αναπτύχθηκε στη Σμύρνη, ξεχωριστά.
Τα χρόνια της τουρκοκρατίας στον σημερινό ελλαδικό χώρο η απουσία του θεάτρου ήταν παντελής.
Αντίθετα, στα δύο μεγάλα κέντρα του ελληνισμού,
στην Κωνσταντινούπολη και τη Σμύρνη, υπήρχε
σημαντική θεατρική δραστηριότητα.
Θίασοι από την Ιταλία και τη Γαλλία παρουσιάζουν
παραστάσεις που αποτελούν τη μαγιά για την ανάπτυξη του ρωμαίικου θεάτρου σ” αυτές τις δύο
πόλεις. Στη Σμύρνη, καταγράφεται στα 1657 παράσταση του «Νικομήδη» του Κορνήλιου που δίδεται
μέσα στο γαλλικό προξενείο. Τα θέματα από την
ελληνική αρχαιότητα κέντριζαν άλλωστε το ενδιαφέρον των Ρωμιών, που, μέσω των Ευρωπαίων
συγγραφέων έρχονταν σε επαφή με τους μακρινούς
προγόνους τους. Στα δύσκολα για τους Ρωμιούς της
Σμύρνης χρόνια της επανάστασης του ’21 δεν
υπάρχει σημαντική ελληνική πνευματική κίνηση
στην πόλη. Μπορεί όμως κανείς να παρακολουθήσει
γαλλικές και ιταλικές ερασιτεχνικές παραστάσεις
με έργα των Μολιέρου, Γκολντόνι και Σκριμπ, ενώ
το 1825 ανεβαίνει μεταφρασμένος στα ελληνικά ο
«Αρταξέρξης» του Μεταστάσιου.
Σ Μ Υ Ρ Ν Η
Φυσικό ήταν όλη αυτή η θεατρική
κίνηση να δημιουργήσει, εκτός από
καλούς θεατές, και σημαντικούς θεατρίνους. Σμυρνιοί ήταν οι μεγάλοι
Μήτσος Μυράτ, Κυβέλη Ανδριανού,
Γιώργος Γληνός, Βασίλης Αργυρόπουλος, Ζαζά Μπριλάντη και πάρα
πολλοί ακόμα.
Σημαντική στιγμή για την ελληνική πνευματική ζωή
και βέβαια για το θέατρο είναι η δημιουργία του
θεάτρου «Ευτέρπη», όπου φιλοξενούνται ευρωπαϊκοί
θίασοι αξιώσεων. Εδώ δίνεται η πρώτη ελληνική
παράσταση, στις 2 Φεβρουαρίου του 1845, με την ιταλική κωμωδία «Ο Μανιώδης». Στη συνέχεια, ανεβαίνει και ένα από τα πιο σπουδαία έργα του νεοελληνικού ρεπερτορίου, που είναι η «Βαβυλωνία» του
Δημ. Βυζάντιου.
Αργότερα, από το 1860 και μετά, επαγγελματικοί θίασοι από την Αθήνα επισκέπτονται τη Σμύρνη, όπου
γίνονται δεκτοί με ενθουσιασμό και αγάπη. Οι Σμυρνιοί, μέσα από αυτές τις παραστάσεις αισθάνονταν
ότι ενίσχυαν την εθνική τους συνείδηση και τόνωναν
τη σχέση τους με την ελληνική γλώσσα. Να
σημειώσουμε πως οι θίασοι αυτοί δεν είχαν την ίδια
αποδοχή και στην Αθήνα, από την οποία εξορμούσαν.
Η αθηναϊκή μεγαλοαστική κοινωνία προτιμούσε τις
παραστάσεις ευρωπαϊκών θιάσων που επισκέ πτονταν την πρωτεύουσα του νέου ελληνικού κράτους,
απαξιώνοντας την ελληνική θεατρική παραγωγή.
Έχοντας εξοικειωθεί οι Έλληνες της Σμύρνης με το
ξένο λυρικό θέατρο, ευνόησαν πέρα από την πρόζα
και το ελληνικό μελόδραμα. Παραστάσεις της «Τραβιάτα», του «Φάουστ» και του «Ριγκολέτο» από
ελληνικούς μελοδραματικούς θιάσους εναλλάσσονται με ελληνικά μουσικά έργα, όπως ο «Υποψήφιος
βουλευτής» του Σπ. Ξύνδα. Τη σκυτάλη στη συνέχεια
παίρνει η οπερέτα και τέλος η λαοπρόβλητη επιθ-
Αλλά και η ερασιτεχνική θεατρική
κίνηση στη Σμύρνη ήταν σημαντική.
Μάλιστα, την περίοδο του αποκλεισμού του λιμανιού της Σμύρνης από
τους συμμάχους μετά τον Α” Παγκόσμιο Πόλεμο, εναπομείναντες επαγγελματίες ηθοποιοί μαζί με ερασιτέχνες της πόλης κράτησαν αναμμένα τα φώτα της αυλαίας στο σμυρναίικο θέατρο. Η θεατρική παραγωγή
δεν περιορίζεται μόνο στο έμψυχο
υλικό. Μια σειρά από θεατρικούς
συγγραφείς καταθέτει θεατρικά έργα «γηγενή». Να
αναφέρουμε ενδεικτικά τους Ισ. Σκυλίτση, Κ. Οικονόμου και Κ. Υάκυνθο. Στους επιθεωρησιογράφους να
μνημονεύσουμε τους Ε. Παντελίδη και Χρ. Παπαζαφειρόπουλο.
Πολλοί νέοι θεατρικοί χώροι δημιουργήθηκαν. Στο
κέντρο της Σμύρνης τα θέατρα «Καμεράνο», «Αλάμπρα», «Απόλλων», «Παρθενών», «Σπόρτινγκ Κλάμπ»
κ.ά. Στις συνοικίες δημιουργούνται μικρά θέατρα,
πολλά από αυτά θερινά, όπως στο Κορδελιό, το Μπουτζά, στο Γκιοζ Τεπέ, στην Ευαγγελίστρια, στα Ταμπάχανα και στην Τερψιθέα.
Με την καταστροφή του 1922 όλη αυτή η ακμαία θεατρική ζωή σίγησε. Δεν χάθηκε όμως. Όλο αυτό το
έμψυχο υλικό πέρασε στην Ελλάδα, αναζωογονώντας
και λαμπρύνοντας το θέατρό της.
Η παράσταση με την οποία έκλεισε οριστικά η αυλαία
του ελληνικού θεάτρου στη Σμύρνη ήταν, το καλοκαίρι του ’22, η τελευταία σμυρναίικη επιθεώρηση
του Λαίλιου Καρακάση…
Το θέατρο στη Σμύρνη είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα πως «των Ελλήνων οι κοινότητες, φτιάχνουν νέους γαλαξίες», όπως λέει και ο
Σαββόπουλος. Εμείς θα προσθέταμε: Παντού και
πάντα!
Πηγή: Αυγή