Ημεροδρόμος- Ειδικές εκδόσεις Μέρες του Δεκέμβρη ΄44 | Page 191

σώσει τα πράγματά της. Είχανε κιόλας ξαπλώσει όλοι τους στα κρεβάτια και τα ντιβάνια. Έμοιαζαν σκοτωμένοι απ’ την κούραση. -Ήρθα τους λέει, να πάρω λίγα πράγματα. - Και δεν τα παίρνεις όλα! Κάτου στο πάτωμα, είχανε ακουμπήσει, εδώ κι εκεί, όλμους, όπλα, φυσίγγια. Πως κατάφερε να μην πατήσει κανένα και να μην τιναχτεί στον αέρα κι αυτή και τα πράγματά της! Πέφτω ντυμένος στο κρεβάτι κι επιτέλους αποκοιμιέμαι. Μα με ξυπνούν, σε λιγάκι τρομεροί βρόντοι. Ξανάρχισαν οι όλμοι. Η ώρα είναι 6.30. Βαθύ ξημέρωμα… Πού να πάω; Πού θα προφυλαχτώ; Τα μεγάλα τζάμια του τζαμωτού σπάνε μ’ ένα δαιμονισμένο θόρυβο. Τα οπλοπολυβόλα μαίνονται. Οι Άγγλοι θα ’ναι πια κοντά μας… Οι αντάρτες δεν απαντούν. Σε λιγάκι όλα σταματούν. Αλλά σταματώ κι εγώ… Η λάμπα μου έσβησε. Δε μου βρίσκεται ούτε στάλα πετρελαίου! Ξαναξαπλώνω και περιμένω». «Υπάρχει η φρίκη που σκεπάζει τα μάτια» Καταγραφή του Γιώργου Σεφέρη στις 20 του Δεκέμβρη στις «Μέρες Δ΄ 1 Γενάρη 1941-31 Δεκέμβρη 1944», σ.378,379, εκδόσεις Ίκαρος, Αθήνα 1986: «Τετάρτη, 20 Δεκέμβρη Όλες ετούτες τις μέρες πεντάμορφες, γλυκύτατες. Εννοώ αν μπορούσε κανείς να τις κοιτάξει. Γιατί υπάρχει η φρίκη που σκεπάζει τα μάτια. Όχι όπως τη φαντάζεται κανείς σε ώρες εφιαλτικές, αλλά με το γνώριμο πρόσωπο του φίλου, του συγγενή, του καθημερινού διαβάτη. Φριχτό αίσθημα πως είμαι άχρηστος και μόνος ανάμεσα σε τρελούς και σε ψεύτες. Σήμερα μια προκήρυξη που έριξαν τα αεροπλάνα: Οι εχθροί χρησιμοποιούν κανόνια. από αύριο στις 09.00΄, τα κανόνια θα καταστρέφονται με κάθε μέσο, της στεριάς, του αέρα, της θάλασσας.οι πληθυσμοί που κατοικούν σε ακτίνα 550 μέτρων από τη θέση κανονιού πρέπει να φύγουν. Αποτέλεσμα: έξαλλοι άνθρωποι στους δρόμους με μπογαλάκια , με μωρά στα χέρια, γριές κοιτάζοντας πού να τρυπώσουν . Αυτοί οι άνθρωποι ζούνε, χωρίς φως εδώ και δεκαπέντε μέρες, αφήνοντας κατά μέρος τα χρόνια της σκλαβιάς. Το μόνο που τους έμενε, μια στέγη. πάει κι αυτό.πόλεμος γίνεται».