Ανθρώπων Έργα Ιούνιος 2015 | Page 340

Ανθρώπων Έργα Ανθρώπων Έργα ξεκούραση…» «Νε…ρό…» Του έβρεξαν τα χείλη με μια γάζα. Μια νοσοκόμα ήρθε να τον θερμομετρήσει. Πού είναι η Τασία; Τι έχω πάθει, τι μου συμβαίνει και είμαι εδώ, γιατί δεν αισθάνομαι τα πόδια μου; Ο Κοσμάς, απορημένος, παραδόθηκε για άλλη μια φορά στη λήθη. Ξύπνησε και ήταν νύχτα. Τα παιδιά του ήταν ακόμη εκεί, παραδομένα κι αυτά στον ύπνο και χλωμοί και οι δυο τους. Τώρα, αν εξαιρέσει κανείς τα πόδια του, αισθανόταν πολύ καλύτερα. Προσπάθησε να αποτιμήσει την κατάσταση. «Κάτι μου συνέβη, κάποιο ατύχημα…» σκέφτηκε. «Γι’ αυτό και βρίσκομαι εδώ… θα χτύπησα στα πόδια μου, γι’ αυτό και δεν τα νιώθω, με έχουν ναρκώσει…» Θυμόταν ένα ακαθόριστο όνειρο, πολλά φώτα, πράσινες μπλούζες και διάφορους ανθρώπους, ένα ταβάνι… πετούσε… Ασύνδετες μεταξύ τους εικόνες, που δεν μπορούσε όμως να ανακαλέσει σωστά και να τις ενώσει μεταξύ τους. «Μπαμπά, ξύπνησες;» η κόρη του, ανήσυχη, είχε πεταχτεί από την άβολη πολυθρόνα και τώρα έσκυβε πάνω του. «Πώς είσαι;» «Εντάξει… είμαι» ε