Ανθρώπων Έργα Ιούνιος 2014 | Page 350

Αποσπάσματα βιβλίων Η γειτονιά των ονείρων ήταν αυτό που ψαχούλευε. - Έλα Χριστέ και Παναγιά, σταυροκοπήθηκε τρέμοντας και έκανε όπισθεν. Πώς βρέθηκαν εδώ τα κόκαλα του συχωρεμένου του σπιτονοικοκύρη μας του Γιάννη; Κόλλησε την πλάτη του στον απέναντι τοίχο και χωρίς να παίρνει τα μάτια του από το μακάβριο θέαμα, φώναξε τη γυναίκα του. Βγήκε εκείνη με χασμουρητά απ’ την κρεβατοκάμαρα, με μπικουτί στα μαλλιά και με παντόφλες αντίθετα βαλμένες από τη βιασύνη της και σαν τον είδε χλωμό και κολλημένο στον τοίχο, αναστατώθηκε. - Τι έπαθες, καλέ; Νταμπλάς σε βρήκε; - Εκεί είναι η κάσα με τα κόκαλα του συχωρεμένου του σπιτονοικοκύρη μας, του Γιάννη, της έδειξε. Κοίταξε εκείνη και τότε ήταν που δεν μπόρεσε να κρατηθεί. Ακατούρητη όπως ήταν όλη τη νύχτα, της φύγανε τα κάτουρα από την τρομάρα της, και έγινε ρεζίλι μπροστά στον άντρα της και στον μακαρίτη Ιωάννη Κοντό. - Α!, την κακομοίρα τι έπαθα, είπε τραυλίζοντας, βλέποντας τα κάτουρα μια λίμνη στο πάτωμα. Τι γυρεύει το κασόνι στο σπίτι μας, άντρα μου; - Δεν ξέρω. - Κάτι διαβολικό θα συμβαίνει, δεν μπορεί το κασόνι να ήρθε μόνο του στο σπίτι. Η πόρτα κλειδωμένη, κανένας δεν μπήκε, κανένας δε βγήκε. Κι ο Νίκος μας μαζί μας έπεσε χτες το βράδυ κι ακόμη κοιμάται. Πέσανε τότε και οι δυο στα γόνατα, ο κύριος γυμνασιάρχης με τη βυσσινιά ρομπίτσα, η γυναίκα του με το άσπρο νυχτικό σαν ξωτικό και αρχίσανε τους σταυρούς, τις μετάνοιες και να παρακάλια να εξαφανιστεί το κασόνι. Μα σαν το κασόνι δεν τους έκανε το χατίρι, πέσανε σε περισυλλογή. - Το πλήρωσες το νοίκι, ρε γυναίκα; Ρώτησε ο γυμνασιάρχης. - Αμάν τι έπαθα, η κακομοίρα, φώναξε τότε εκείνη. Ξέχασα να το πληρώσω. - Να, λοιπόν, γιατί εμφανίστηκε η κάσα, κυρά μου. Για το νοίκι που ξέχασες. - Και τώρα τι κάνουμε; - Αγιασμό να κάνουμε, να φύγει το κακό. Και να πληρώσουμε την κυρα-Θοδώρα. Και άλλη φορά… πριν μπει ο μήνας. Ο Νίκος ξύπνησε από τις ψαλμωδίες, την ώρα που ο παπάς άγιαζε το κασόνι με το κόκαλα. Κατάλαβε τι έγινε αλλά πού να τολμήσει να πει τα καθέκαστα. Μαύρο φίδι που τον έφαγε. Απ’ τη μια είχε φύγει κρυφά από το σπίτι, από την άλλη ξόδεψε ένα σωρό λεφτά κι ο παπα-Κυριάκος ήδη άγιαζε απ’ έξω. - Καλύτερα να το βουλώσω, σκέφτηκε, και να βρω ευκαιρία να εξαφανίσω το κασόνι. 350 | Ανθρώπων Έργα | Τεύχος 5 | Ιούνιος 2014 Ιούνιος 2014 | Τεύχος 5 | Ανθρώπων Έργα | 351