Αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου- 3ος διαγωνισμός Αιθέρια παράθυρα-3ο τεύχος | Page 173

Βλέπουν τη γραμμή του ορίζοντα να φτάνει στο τέλος της και όλος ο φθινοπωρινός ουρανός να σκεπάζεται από το μαύρο που αναδεικνύει την τελειότητα της φύσης . Κάποιοι όμως δεν πτοούνται και ελπίζουν στη σωτηρία . Άσπρα περιστέρια σκίζουν τις σκέψεις τους . Χάρτινα καράβια διασχίζουν το μπλε της θάλασσάς τους . Εκείνοι όμως , εκεί , φωνάζοντας βοήθεια στον απέραντο ουρανό , στο σύμπαν , στη γη , στους στρατιώτες που στέκονται μπροστά τους και σημαδεύουν . Προφανώς , η παράκλησή τους δεν εισακούεται . Στέκονται παγωμένοι και άπραγοι μπροστά στο ολοκαύτωμα που εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια τους . Εκτελούν μόνο εντολές , σαν τους συντρόφους του Οδυσσέα και αυτοί . Κλείνουν τα αυτιά τους για να μην ακούσουν τις σειρήνες τους . Δεν ζητούν πολλά , λίγο νερό για να ξαναπάρουν χρώμα οι ασπρόμαυρες εικόνες γύρω τους . Ήταν αυτός , ο άψυχος βοριάς στις 17 Νοέμβρη , που άλλαξε τη μοίρα της πατρίδας μου .
50 . Ο πίνακας , Τσελίφη Δέσποινα , Σ . Σ . Αυγουλέα Λιναρδάτου
Αντίκρισα έναν πίνακα . Πάνω του , ήταν ζωγραφισμένα καταπράσινα δέντρα . Στη μέση έρρεε ένα γαλαζοπράσινο , μικρό ποτάμι . Γύρω από το ποτάμι το χώμα ήταν μαύρο . Πίσω από τα δέντρα απλώνοντας κόκκινες φλόγες , ο ουρανός ήταν σκοτεινός , γεμάτος καπνό . Στην άκρη του πίνακα , ένας άνθρωπος , ο οποίος παρατηρούσε το τοπίο . Δεν προσπαθούσε να σταματήσει την καταστροφή , απλώς καθόταν σιωπηλός , χωρίς να δείχνει συναισθήματα . Έμεινε εκεί , μέχρι που οι φλόγες , έκαψαν το δάσος . Και τώρα , δεν ήταν τίποτα παρά μόνο στάχτες .
173