Αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου- 3ος διαγωνισμός Αιθέρια παράθυρα-3ο τεύχος | Page 110

Μου δείχνει μια φωτογραφία που η μητέρα μου κοιμάται και φαίνεται πολύ άρρωστη. Από το ύφος μου καταλαβαίνει ότι την αναγνωρίζω. Εσύ είσαι καλά! Έχεις τραύματα αλλά σύντομα θα τα ξεπεράσεις. Είσαι πολύ δυνατός και κατάφερες να επιζήσεις. Οι γονείς σου όμως... Δεν τα κατάφεραν... Λυπάμαι! Μου ανακοινώνει ο γιατρός και γρήγορα φεύγει… Η μητέρα μου δεν είναι μαζί μου...Είμαι μόνος μου...Κανένας δεν είναι μαζί μου...Είμαι ΑΣΥΝΟΔΕΥΤΟΣ... Τα μάτια μου βουρκώνουν, χώνομαι κάτω από τα σκεπάσματα και ξεσπάω σε λυγμούς. Είμαι ΑΣΥΝΟΔΕΥΤΟΣ…, είμαι ΑΣΥΝΟΔΕΥΤΟΣ…, ΑΣΥΝΟΔΕΥΤΟΣ… Αυτή η λέξη κάνει κύκλους συνεχώς στο μυαλό μου και καταφέρνει να σκοτώσει οτιδήποτε χαρούμενο έχει απομείνει σε αυτό. Είμαι μόνος μου. Κλαίω ασταμάτητα, μέχρι που δεν μπορώ, δεν αντέχω άλλο. Δε μου φτάνουν οι δυνάμεις μου και τα μάτια μου κλείνουν. Βυθίζομαι σε έναν ανήσυχο ύπνο και ονειρεύομαι τις μορφές των γονιών μου. Της μητέρας και του πατέρα μου. Είναι χαρούμενοι, ευτυχισμένοι σε αντίθεση με εμένα. Ανασηκώνω απότομα τον κορμό μου και προσπαθώ να συνέλθω από το όνειρο που μόλις είδα. Οι γονείς μου είναι νεκροί. Δεν είναι μαζί μου. Ποτέ ξανά δε θα είναι μαζί μου. Τα μάτια μου βουρκώνουν αλλά μία νοσοκόμα μου κάνει μία ένεση και ηρεμώ. Κοιμάμαι ξανά, αυτή τη φορά όμως ήρεμα. Έχουν ήδη περάσει τέσσερις ημέρες από τότε που ξύπνησα σε αυτό το μοναχικό δωμάτιο και πλέον ο πόνος για τους γονείς μου έχει καταλαγιάσει. Πλέον είμαι μόνος. Πλέον, πρέπει να μάθω να ζω μόνος. Να ζω σε ένα σκληρό και χωρίς αγάπη κόσμο, μόνος μου. Χωρίς τη μοναδική πηγή που μου χάριζε απεριόριστη αγάπη. Μου λείπουν τόσο πολύ. Στο δωμάτιό μου μπαίνει ο γιατρός που είναι ο μοναδικός που μπορώ να καταλάβω τι λέει. -Καλημέρα! Είσαι καλύτερα σήμερα; Σου έχω ευχάριστα νέα! μου λέει εκείνος κρύβοντας με ένα χαμόγελο τις σκέψεις του. -Εεεε… καλά είμαι! απαντάω εγώ με δισταγμό. -Χαίρομαι! Γιατί σήμερα είναι η μέρα που επιτέλους θα μπορέσεις να πάρεις εξιτήριο! μου λέει εκείνος με φανερή τη ταραχή στην φωνή του. Το σώμα μου μουδιάζει, νιώθω την καρδιά μου να σταματά και το μυαλό μου δε λειτουργεί. Πού θα πάω μόνος μου; Πώς θα είμαι; Ο γιατρός αντιλαμβάνεται την ταραχή μου και με καθησυχάζει. -Μην ανησυχείς! Θα σε βοηθήσουμε στην αρχή και όλα θα πάνε καλά. Θα φύγεις σήμερα κιόλας, μαζί μου, αφού τελειώσω τη βάρδια μου. -Εντάξει! καταφέρνω να αρθρώσω ,ενώ τα μάτια μου έχουν ήδη βουρκώσει. Ο γιατρός βγαίνει από το δωμάτιο και εγώ κουκουλώνομαι με τα σκεπάσματα και κλαίω. Στην αρχή πνίγω τους λυγμούς μου αλλά μετά τους αφήνω ελεύθερους… Μπαίνω βιαστικά στο καράβι, νιώθοντας κάποιον από πίσω να με σπρώχνει και 110