Αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου-2 | Page 217

Η μουσική ξεκινάει . Παγώνουν όλα . Θόρυβοι , ψίθυροι , εκφράσεις , κινήσεις … Αντικρίζει και αισθάνεται μια παγωμένη εικόνα . Μόνο η μουσική υπάρχει . Εκείνη και η μουσική . Σαν να βρίσκεται σε έναν άλλον κόσμο όπου η γη είναι το πεντάγραμμο και οι νότες τα πλάσματα που κατοικούν εκεί . Της άρεσε τόσο πολύ αυτός ο κόσμος . Ένιωθε ελεύθερη , ανεξάρτητη , ζωντανή , ικανή , δυνατή . Κι όμως δεν της άρεσε πάντα . Στο παρελθόν ένιωθε διαφορετικά . Σχεδόν αντιπαθούσε την μουσική . Θυμάται τον εαυτό της απομακρυσμένο από κάθε είδους μουσική . Τουλάχιστον μέχρι τότε . Μέχρι τα δεκαέξι της χρόνια . Δεν είχε περάσει τόσος καιρός , τρία χρόνια ακριβώς , όμως σε εκείνη φαινόταν ολόκληρος αιώνας . Σαν σήμερα πριν τρία χρόνια συνέβη … Άλλαξε ! Τότε ήταν που άλλαξε . Εκείνος την άλλαξε …
Είχε έρθει πλέον η στιγμή να αναδείξει την τρυφερή φωνή της . Έπιασε πολύ σφιχτά το μικρόφωνο σαν να επιδίωκε να το λυγίσει . Με μια αμήχανη κίνηση έριξε τα λυτά της μαλλιά στην πλάτη της . Πήρε μια βαθιά ανάσα . Ξεκίνησε να τραγουδάει . Οι πρώτες νότες σταθερές , οι πρώτοι στίχοι ακριβείς . Όλα θα κυλούσαν ομαλά αν το παρελθόν δεν την επισκεπτόταν …
Οι φόβοι της επαληθεύτηκαν . Κοίταξε τυχαία μια μελανιά στον καρπό της και αμέσως ένα πλήθος πονεμένων συναισθημάτων εμφανίστηκε στο μυαλό και στην ψυχή της . Το σημάδι αυτό δημιουργήθηκε πριν δύο εβδομάδες όταν για ακόμη μια φορά λιποθύμησε . Περπατούσε στο πεζοδρόμιο ώσπου αντίκρισε σε μια βιτρίνα ένα πανωφόρι όμοιο με εκείνο που φορούσε την μέρα που έχασε την ευτυχία της . Άρχισε ξαφνικά να αγκομαχάει , έχασε τις αισθήσεις της και με την πτώση χτύπησε μόνο , ευτυχώς ελαφρά , τον καρπό της . Παρόλο που οι περισσότεροι πίστευαν πως μετά από τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα – τρία χρόνια είχαν περάσει- είχε ξεπεράσει ως ένα βαθμό την κατάθλιψη , τις λιποθυμίες , τις κρίσεις , τον πόνο , την δυστυχία , τέτοια περιστατικά αποδείκνυαν πως οι πληγές της δεν είχαν επουλωθεί . Αυτό ίσως μπορούσαν να το διαπιστώσουν όσοι την παρακολουθούσαν τώρα στην σκηνή …
Κρύος ιδρώτας κυλούσε πλέον σε κάθε σημείο του κορμιού της . Ένιωθε τα χείλη της να αφυδατώνονται . Χλόμιασε . Έτρεμε . Έχασε τα λόγια της . Φάλτσαρε . Κοιτούσε επίμονα τον καρπό της . Το βλέμμα της είχε καρφωθεί σε εκείνο το σημάδι . Σταμάτησε εντελώς πια να τραγουδάει και έτσι σταμάτησε και η μουσική . Τότε ακούστηκε ένα έντονο βουητό από ψιθύρους του κοινού το οποίο αναρωτιόταν τι συνέβη . Μέσα από τους ψιθύρους όμως ξεχώρισε η αναστατωμένη και βροντερή φωνή της μητέρας της η οποία διαισθανόταν τι θα συνέβαινε στην συνέχεια : « το παιδί μου δεν είναι καλά , κατεβάστε το από την σκηνή , ας βοηθήσει κάποιος σας παρακαλώ » είπε τρομαγμένα σχεδόν κλαίγοντας . Ωστόσο η Ελπίδα δεν άκουγε ούτε τους ψιθύρους του κοινού , ούτε την μητέρα της , ούτε κανέναν . Άκουγε μέσα της όλα όσα είχε ακούσει αυτά τα τρία χρόνια . Εκείνα τα λόγια ήταν μαχαιριές στην σκέψη της : « το κακόμοιρο έμεινε ορφανό », « μην της δίνετε σημασία , είναι τρελή », « κρίμα το κορίτσι να είναι ψυχοπαθής », « λέει συνεχώς πως εκείνη ευθύνεται για τον θάνατό του », « με την κακία της τον έστειλε τον άνθρωπο » και άλλα τέτοια τραγικά λόγια .