Αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου-2 | Page 47

« Ρο παλτό που λιμπίζεστε ένας από σας θα την πάρει ». « Ξοιος από μας ;» τον ρώτησε ο μαρκόνης . Ν καπετάνιος κοίταξε τον άτυχο νέο με απαξίωση . « Ώυτός που θα δουλέψει περισσότερο , να ετοιμαστεί το καράβι για τον έλεγχο από τις αμερικανικές αρχές . Ξου πάει να πει , όχι εσύ τεμπελόσκυλο !» Ν μαρκόνης έκανε βδομάδες να ξαναεμφανιστεί μπροστά στον καπετάνιο . σο για μένα , βρήκα μια μέρα στην καμπίνα μου το πολυπόθητο ρούχο . Ώπό τότε το έπαιρνα μαζί μου σε εκείνες τις μοναχικές βάρδιες , που ο χειμώνας που κουβαλούσα μέσα μου ήταν πιο παγερός κι από τον πιο επίμονο άνεμο . Γκείνες τις νύχτες που μοναδική σου συντροφιά είναι ο ήχος του βαποριού που διασχίζει το πέλαγο .
« Κεγαλώνω », σκέφτηκα και μια γλυκιά νοσταλγία έπνιξε τις σκέψεις μου . Γίναι αβάσταχτο να μετράς την ηλικία σου από το πλήθος των αναμνήσεων που δεν πρόκειται να ξαναζήσεις . Ξροσπάθησα να ξεχαστώ . Έβγαλα ένα τσαλακωμένο τσιγάρο από την τσέπη μου , το ακούμπησα διστακτικά στα χείλη μου και το άναψα . Γίχα χρόνια να καπνίσω , όμως τα παλιά κουσούρια του λιμανιού δεν κόβονται . Ρσιγάρο , ποτό . Ρο ένα το ξεκίνησα στο Rotterdam και το άλλο στη Veracruz .
Γίχε πλέον νυχτώσει . Θοίταξα γύρω μου . Ε Νμόνοια έχει μια αφύσικη γοητεία τη νύχτα . Ζαρρείς πως βρίσκεσαι σε μια πόλη των αντιθέσεων . Πτεκόμουν επί της Ώγίου Θωνσταντίνου μπροστά σε ένα ετοιμόρροπο κτίριο και λίγο πιο κάτω μπορούσα να διακρίνω τη μεγαλοπρεπή σκηνή Ρσίλλερ του Γθνικού θεάτρου . Ένα ελαφρό και ανεπαίσθητο χαμόγελο σχηματίστηκε στο πρόσωπό μου . Έπρεπε ωστόσο να βιαστώ . Γίχα αργήσει στο ραντεβού μου . Όστερα από επτά χρόνια θα συναντούσα επιτέλους τον καπετάν Κιχάλη . Ξέταξα , λοιπόν , το μισοτελειωμένο τσιγάρο στον πλακόστρωτο δρόμο και ξεκίνησα τη διαδρομή μου για την Ξλατεία Πυντάγματος , όπου είχαμε συμφωνήσει να συναντηθούμε .
Κε το που έφτασα τον αναγνώρισα . Ήταν ένα
47