Εγώ που δεν σε ξέρω, εσύ που δεν με ξέρεις, εμείς που ήμασταν σύντροφοι πριν 200 χρόνια στα
οδοφράγματα του Παρισιού.
•
Εγώ που σε ξέρω, εσύ που με ξέρεις, εμείς το άφοβο της ζωής μας.
το άγνωστο και το γνωστό σου, η ομορφιά που ανασαίνεις στον κόσμο και σε μένα.
•
Σε ξέρω λίγο, αλλά θέλω να σε γευτώ πολύ.
Ο θεός μας, θα είναι για όλους μας. Από τη θάλασσα που κολυμπάμε μέχρι το σκυλάκι που το
ταΐζουμε τυρόπιτα. Από το γυφτάκι που το δέρνει ο πατέρας του μέχρι το παιδί μας που τρομάζουμε
μην και πληγωθεί για ένα ρούχο. Ο θεός μας είναι ψυχή. αυτή που κάνει το σήμερα πάντα, την
στιγμή αύριο.
• (συγγνώμη για τον ρομαντισμό μου)
Η αγάπη δεν είναι πρόθεση, είναι απαρέμφατο.
Δεν κλίνεται και δεν κλείνεται.
Μόνοι μαζί.
Να χύνω βλέποντας τα μάτια σου, δεν θα το φανταζόταν κανένας θεός.
Είσαι ποίημα, γι' αυτό δεν σου γράφω.
•
•
Όταν σ' αγαπάω είσαι θάλασσα!
Αν δεν έχει το όμικρον-γιώτα το νοιώθω, μου μοιάζει τσουρούτικο.
Πώς να νοιώσεις με μια απλή κάθετη γραμμή,
χωρίς τη στρογγυλάδα του όμικρον,
του ολόκληρου μικρού της ζωής μας;