Mycosmos Issue 3 | Page 4

βασιλης καουνασ

the underground

Πότε μάζεψες μανιτάρια για πρώτη φορά ;

Το 1984, σε ηλικία 10 ετών ξεκίνησα να μαζεύω άγρια μανιτάρια, ακολουθώντας τον πατέρα μου και τον παππού μου στα δάση οξιάς και καστανιάς της Ζαγοράς Πηλίου, που είναι ο τόπος καταγωγής μου. Καλογεράκια (Boletus aereus), Βασιλικά ( Boletus edulis, Boletus reticulatus και Boletus pinophilus) , γουργουλιάνες (Macrolepiota procera και Macrolepiota mastoidea), αυτάκια καστανίτικα (Grifola frondosa), αυτάκια οξίτικα (Scutiger pes-caprae) και νερατζάκια (Amanita ceasarea) είναι τα εδώδιμα μανιτάρια που έμαθα να συλλέγω με ευκολία. Όλα τα υπόλοιπα, εδώδιμα ή μη, τα λέγαμε παλαβά και δεν τα αγγίζαμε.

Πως ασχολήθηκες με τα υπόγεια είδη ;

Το 2007 μαζί με τον αδερφό μου, μαζεύαμε χούμο οξιάς στη Ζαγορά, για τις γαρδένιες της μητέρας μας. Εκεί βρήκα το 1ο μου υπόγειο, έναν Ελαφομύκητα (Elaphomyces muricatus), στην αρχή το περάσαμε για βολβό κυκλάμινου, καθώς ποτέ δεν είχαμε δει υπόγειο μανιτάρι. Μόλις του έκανα τομή και είδα την δομή του εσωτερικού του, κατάλαβα πως πρόκειται για μύκητα. Το φωτογράφισα, αλλά δεν κράτησα δείγμα. Από την φωτογραφία ο Γιώργος Κωνσταντινίδης έκανε την αναγνώριση στο manitari.gr, αλλά καθώς δεν υπήρχε δείγμα, δεν μπορούσε να αναφερθεί ως καταγραφή. Εκείνο το διάστημα ξεκινούσαν τα πρώτα τρουφόσκυλα στην Ελλάδα, να βρίσκουν τα πρώτα υπόγεια είδη στη χώρα μας. Είδα πως πρόκειται για μία κατηγορία μυκήτων για την οποία δεν γνωρίζουμε πολλά στη χώρα μας και έτσι ξεκίνησα την μελέτη της βιβλιογραφίας και την αναζήτηση βιοτόπων για την εύρεση ειδών.

Πόσα μανιτάρια υπάρχουν καταγεγραμμένα στην Ελλάδα ;

Σύμφωνα με τα στοιχεία που συγκέντρωσα, από την υπάρχουσα βιβλιογραφία, ακαδημαϊκοί (Γεωπόνοι, Βιολόγοι, Δασολόγοι κτλ.) και ερασιτέχνες μυκητολόγοι, έχουν καταγράψει περίπου 2.500 μακρομύκητες στην χώρα μας. Όταν ο συνολικός αριθμός των μακρομυκήτων της Ευρώπης έχει πρόσφατα εκτιμηθεί ότι ξεπερνά τα 15.000 είδη. Εικάζεται πως στη χώρα μας μπορεί να υπάρχουν περί τα 6.000 είδη μακρομυκήτων.

Τι απαντάς στη ερώτηση : αυτό τρώγεται ;

Σε κάθε νέο μανιταρόφιλο που συνήθως είναι και αρχάριος και μη έμπειρος στη συλλογή αυτοφυών μανιταριών, όταν μου κάνει αυτή την ερώτηση, λέω τα εξής: Δεν πρέπει να έχεις στο νου σου την βρώση του κάθε μανιταριού που βρίσκεις στη φύση, αφού δεν διαθέτεις τις στοιχειώδεις γνώσεις διάκρισης τους. Αυτή η νοοτροπία μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την υγεία, την δική σου και των οικείων σου. Πρέπει να μελετήσεις την βιβλιογραφία και να ακούσεις με προσοχή τις παρατηρήσεις και υποδείξεις των πιο έμπειρων στην αναγνώριση ειδών. Ειδικά η αναγνώριση ειδών από φωτογραφία, εγκυμονεί πολλούς κινδύνους λάθους ακόμα και για τους πιο έμπειρους. Μετά από μία καλή χρονιά όσο αφορά τις καρποφορίες και αφού μελετήσεις, ανταλλάξεις εμπειρίες, συμμετάσχεις σε οργανωμένες μανιταροεξορμήσεις και παρακολουθήσεις έστω και ένα μανιταρογνωστικό σεμινάριο, θα είσαι έτοιμος να αναγνωρίσεις τουλάχιστον 10 κορυφαία εδώδιμα είδη. Οπότε χρειάζεται υπομονή.

Ο Βασίλης Καουνάς είναι πυροσβέστης ,έχει σπουδάσει δασοπονία στο ΤΕΙ Λάρισας, στο παράρτημα Καρδίτσας.

Η πτυχιακή του το 1998 ήταν με θέμα: «Καταγραφή της μυκοχλωρίδας στη Ζαγορά Πηλίου.» Στα πλαίσια της πρακτικής του εξάσκησης, συμμετείχε στο εργαστήριο Δασοπροστασίας του ΤΕΙ, στο ερευνητικό έργο της μυκοριζικής συμβίωσης στην μαύρη πεύκη (Pinus nigra). Είναι μέλος του συλλόγου Μανιταρόφιλοι Μεσογαίας και ιδρυτικό μέλος των Μανιταρόφιλων Ελλάδας .

Είναι γνωστός κι αγαπητός στους Έλληνες μανιταρόφιλους για το ήθος του και την εργασία του με τα υπόγεια μανιτάρια ενώ έχει συνεργαστεί με Έλληνες και ευρωπαίους μυκητολόγους .

Έχει βραβευτεί από το Σύλλογο Μανιταρόφιλων Ελλάδας για την εργασία του σχετικά με την δημιουργία αλφαβητικής λίστας όλων των μακρομυκήτων (Ασκομυκήτων και Βασιδιομυκήτων) που έχουν καταγραφεί στην χώρα μας έως τώρα.

Καθώς και έχει ανακαλύψει τα περισσότερα νέα υπόγεια είδη για την χώρα μας. Έχει συμμετάσχει μαζί με τον Γιώργο Κωνσταντινίδη και αρκετούς άλλους Ευρωπαίους μυκητολόγους σε δημοσιεύσεις Ελληνικών υπογείων ειδών σε διεθνή περιοδικά.