4os _αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου aitheriaparathira | Page 37

στην αγκαλιά της γιαγιάς. Όταν πήγαινε στο σπίτι της γιαγιάς Μυρσίνης, η Αντριάννα έτρωγε τα καλύτερα γλυκά, άκουγε τα καλύτερα παραμύθια, έβγαιναν βόλτες και περνούσαν καλά. Όμως υπήρχε ένας κανόνας στο σπίτι της γιαγιάς: «Ποτέ δεν έπρεπε να ανέβει στη σοφίτα.» Η σοφίτα ήταν ένα σκοτεινό δωμάτιο στο τέλος της ατέλειωτης σκάλας. Αποτελούσε πάντα ένα μυστήριο για την μικρή τότε Αντριάνα. Η φαντασία της οργίαζε. Φανταζόταν ότι μέσα στη σοφίτα υπήρχε ένας θησαυρός ανεκτίμητης αξίας. Τώρα που μεγάλωσε 25 χρονών κοπέλα ανεβαίνει για πρώτη της φορά αυτά τα σκαλιά. Και ακόμα ακούει την φωνή της γιαγιάς να της φωνάζει –παιδάκι ακόμα- να μην ανέβει. Κάτι μέσα της την σταματάει και της λέει ότι ανεβαίνοντας αυτή τη σκάλα θα οδηγηθεί σε ένα πολύ καλά θαμμένο μυστικό. Είχε μόλις γυρίσει από τη δουλειά και πήγε να επισκεφτεί την γιαγιά της. Η Αντριάννα δουλεύει πωλήτρια σε ένα μαγαζί με ρούχα. Πάντα βρίσκει χρόνο να επισκεφτεί την άρρωστη από τα γηρατειά γιαγιά της. Μόλις μπήκε στο σπίτι αισθάνθηκε ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Μάταια την καλούσε να της απαντήσει. Αφού έψαξε στο σπίτι, την βρήκε ξαπλωμένη στο κρεβάτι. Στο κομοδίνο της είχε αφήσει ένα κλειδί και ένα γράμμα. Η Αντριάννα άνοιξε το γράμμα και διάβασε δυνατά «Πάρε τούτο το κλειδί και ζήσε το όνειρο σου μικρούλα μου. Μπορείς επιτέλους να ανακαλύψεις τον θησαυρό που πάντα ονειρευόσουν.» Κοίταζε μια το γράμμα, μια το κλειδί και μία την γιαγιά. Στο τέλος έκλαψε πολύ για την γιαγιά της. Και έτσι ανέλαβε να κάνει όλες τις απαραίτητες διαδικασίες για την ταφή της. Εξαντλημένη πια γύρισε σπίτι. Είχε έρθει η ώρα. Ήταν η ώρα να μάθει επιτέλους τι ήταν αυτός ο θησαυρός. Είχε έρθει η ώρα. Ανέβηκε την σκάλα με βαριά βήματα. Έβαλε το κλειδί στην πόρτα και ξεκλείδωσε. Η πόρτα αφού έτριξε με πολύ δυνατό θόρυβο άνοιξε και 37