4os _αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου aitheriaparathira | Page 149

Μία σκάλα είναι εκεί που οδηγεί σε έναν διάδρομο με άσπρο φως «ΚΟΙΤΑ ΤΙ ΕΚΑΝΕΣ! ΕΞΕΤΙΑΣ ΣΟΥ ΤΩΡΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΤΟ ΕΛΕΟΣ ΤΟΥ…» ούρλιαξε η ανάμνηση, η Ζωή φοβισμένη και θυμωμένη πάει να την διώξει μα τα χέρια της πέρασαν μέσα από την ανάμνηση. «ΜΑ ΤΙ ΠΕΡΙΜΕΝΕΣ; ΑΝΑΜΝΗΣΗ ΕΙΜΑΙ! ΔΕΝ ΘΑ ΜΕ ΞΕΦΟΡΤΩΘΕΙΣ ΤΟΣΟ ΕΥΚΟΛΑ! ΘΑ ΣΕ ΣΤΟΙΧΙΩΝΩ ΜΕΧΡΙ ΝΑ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙΣ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ ΤΟ ΛΑΘΟΣ ΣΟΥ!» παρεξηγημένη η Ζωή πάει προς την σκάλα μα ένα δέντρο πέφτει και της κλείνει τον δρόμο. «Σε παρακαλώ… άκουσε με…» λέει η ανάμνηση, τα μάτια της Ζωής λέγανε «ΟΧΙ», «ΕΙΣΑΙ ΞΕΡΟΚΕΦΑΛΗ ΓΙ’ΑΥΤΟ Ο ΦΟΒΟΣ ΣΕ ΘΕΛΕΙ… λόγω της ξεροκεφαλιάς ΣΟΥ» μουρμουρίζει η ανάμνηση. Το δέντρο ξαφνικά εξαφανίζεται η Ζωή ανεβαίνει την στριφογυριστή, γκρίζα, μισοσπασμένη σκάλα και βλέπει το φως στον διάδρομο. Πλησιάζει, επιτέλους φως! Πόσο χαρούμενη που ήταν! Τι ανακούφιση! Αυτά σκεφτόταν η Ζωή και μπαίνει με φόρα «Γεια σου Ζωή» ήταν… ήταν… ένα κουτάβι που γάβγιζε λες και ήθελε να της πει αυτά τα λόγια, τα έλεγαν όμως τα μάτια του! Μπορεί να την έπαιρνε μακριά από δω σ’ ένα καλύτερο μέρος που να μπορούσε να ξαναδεί το γαλάζιο του ουρανού και όχι το σκοτάδι που έβλεπε τόση ώρα, να ξαναγγίξει το γρασίδι και όχι τα τσουχτερά αγκάθια σε κάθε βήμα που κάνει. Μα ίσως να την πήγαινε κάπου πολύ χειρότερα, να μην ξαναδεί το φως, το γαλάζιο, το γρασίδι, το σπίτι της ή την οικογένειά της. Πόσο της έλειπε η οικογένειά της! Τότε μπαίνει μέσα η ανάμνηση, «άντε πάλι!...» μπούχτισε πια η Ζωή, η ανάμνηση λέει: «Επέλεξε με!... θα σε βγάλω από δω ενώ το κουτάβι θα σε πάει πιο βαθιά στο σκοτάδι… θα χρειαστεί να έχεις μεγάλη αντοχή… μαζί μου μα… ΘΑ ΒΓΕΙΣ» 149