4os _αιθέρια παράθυρα της ψυχής και του νου aitheriaparathira | Page 151

δει το δωμάτιο της, τον σκύλο της, τους φίλους της και πάνω απ’ όλα τους γονείς της και όλη της την οικογένεια που τόσο αγαπούσε! Ήθελε επιτέλους να τρέξει στο προαύλιο του σχολείου της, να παίξει στο γρασίδι, να μυρίσει τα λουλούδια, να χαϊδέψει τον Σποτ, να σφιχταγκαλιάσει την μαμά και τον μπαμπά της, να γευτεί την γλυκιά γεύση από τις φράουλες με κρέμα που της έφτιαχνε η γιαγιά της. Τόσα πράγματα νοσταλγούσε! Χωρίς λοιπόν να χάνει καιρό έτρεξε, χωρίς να πάρει ανάσα, αδιαφορώντας για το πόσο πολύ πονούσαν οι γρατζουνιές που είχε σ’ όλο της το σώμα! Μέχρι που ΜΠΑΠ ένας τεράστιος γυάλινος θόλος την παγιδεύει! «ΝΟΜΙΖΕΣ ΟΤΙ ΘΑ ΜΟΥ ΞΕΦΥΓΕΙΣ ΤΟΣΟ ΕΥΚΟΛΑ ΜΙΚΡΗ ΑΝΟΗΤΗ!» Ήταν ο Φόβος την είχε βρει. «Δεν πρόκειται να φύγεις ποτέ από δω όχι όσο είμαι εγώ εδώ!» βροντοφώναξε καλυμμένος από το σκοτάδι για να μην μπορεί να δει το πρόσωπό του η Ζωή. Με όσο κουράγιο είχε απομείνει στην Ζωή του είπε «Βγες απ’ την σκιά να δω το πρόσωπό σου» ο Φόβος βγήκε απ’ το σκοτάδι και η Ζωή αντίκρισε την ανάμνησή της. Μα και βέβαια πως δεν το είχε σκεφτεί νωρίτερα, ο Φόβος δημιουργείτε από παλιές κακές αναμνήσεις που δεν ξεχνιούνται, σε στοιχειώνουν και σε κάνουν να φοβάσαι. «ΓΙΑΤΙ ΤΟ ΚΑΝΕΙΣ ΑΥΤΟ, ΤΙ ΣΟΥ ΕΧΩ ΚΑΝΕΙ! ΠΕΣ ΜΟΥ ΤΙ! ΓΙΑΤΙ ΜΕ ΒΑΣΑΝΙΖΕΙΣ;!» Ούρλιαξε με δάκρυα στα μάτια η Ζωή «Ο ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΣ ΕΙΝΑΙ ΠΑΝΤΑ ΑΥΤΟΣ ΠΟΥ ΒΑΣΑΝΙΖΕΤΕ» απαντάει ο Φόβος… Τότε ετοιμάζεται να καλύψει με σκοτάδι την Ζωή για να μην ξυπνήσει ποτέ και να μείνει παγιδευμένη εκεί μα το σκοτάδι δεν την αγγίζει λες και κάτι κατάλαβε μετά από όλο αυτό το ταξίδι και δεν τον φοβάται πλέον «ΜΑ ΠΩΣ;» λέει θυμωμένος ο Φόβος «Δεν το 151