"25th hour" project | Page 652

“25th hour” project Ήταν ο καιρός πριν την αναζήτηση της Ουτοπίας. Τότε που η παντοδυναμία της ύλης και της επιστήμης που κρατούσε ολόκληρη τη θεώρηση του κόσμου έσκασε ξαφνικά σαν μπαλόνι στον αέρα. Την κατάπιε ο θάνατος. Η μικρή του κόρη σε πολυτελές φέρετρο. Τα χρήματά του στόλισαν τον θάνατό της αλλά δεν τον κατήργησαν. Ούτε και τον πόνο. Η ύλη που είχε συσσωρεύσει η γνώση του και η επιστήμη δεν έφταναν. Το παζλ του κόσμου διαλύθηκε, η τακτοποιημένη του γεωγραφία ανατράπηκε. Η ζωή έγινε οδυνηρή και πικρή, γελοία, καρυκευμένη με τον κοροϊδευτικό σαρκασμό του τελικού κυρίαρχου. Αυτός ήταν ο παντοδύναμος της γης. Πήρε ένα μικρό φτυάρι από τα εργαλεία του κήπου κι άρχισε να σκάβει το μουσκεμένο χώμα γύρω από την τριανταφυλλιά. Βαθιά το φτυάρι χτύπησε στο μεταλλικό κουτί, το τράβηξε έξω μαζί με τα χώματα. Άνοιξε δύσκολα, είχαν περάσει χρόνια σκουριάς και υγρασίας μέσα του. Οι σελίδες ήταν εκεί, με γραμμένη την μνήμη του παλαιού του κόσμου, τη συνοχή της γης, θάλασσα, στεριά, αέρας, τακτοποιημένη η γεωγραφία και πάνω ο προφανής κόσμος που δεν συγγένευε με κρυμμένες αιτίες. Μια ζωή που υποστήριζ ε την απόκρυψη, επιβράδυνε και ψευτοσυντηρούσε τα φαινόμενα μέχρι τον μαρασμό και τον θάνατο. Κι αυτός ο τέως εκπρόσωπος αυτής της αναρχίας που εμφανιζόταν σαν τάξη ενός κόσμου, που έγινε άμμος και τον κατάπιε η κλεψύδρα του χρόνου. Θα ήθελε να γελάσει, αν το γέλιο δεν είχε απολεστεί από τα χείλη του και να συγχωρήσει τον εαυτό του μ’ ένα φάσκελο και το ελαφρυντικό της ανοησίας, αλλά ήταν σαν να ζητούσε πολυτέλεια σε καιρό ένδειας. Έκαψε τις σελίδες και κοίταζε τις φλόγες μέχρι να σβήσουν στη στάχτη. Επέστρεψε στο σπίτι, είχαν περάσει ώρες, αν και το σκοτάδι επικρατούσε ακόμα. Λίγο ακόμα και το φως θα έσπρωχνε τη νύχτα. Άνοιξε τα παράθυρα. Κάτι πετούσε και τιτίβιζε εκεί έξω και αναστάτωνε την ησυχία. Κοίταξε τον κήπο και το δέντρο του. Ένα χελιδόνι έκανε κύκλους γύρω από το ψηλότερο κλαδί. Ήταν ένα πρώιμο χελιδόνι όπως το τριαντάφυλλο, ένας προπομπός της άνοιξης. Το χελιδόνι πετούσε γύρω 652