"25th hour" project | Page 633

“25th hour” project Μελέτιος Δέσκος | 30.3.2015 Ο καλόγερος Γαβριήλ, προχωρούσε κατά μήκος του διαδρόμου των κελιών και έλεγχε αν ήταν όλα κλειδωμένα. Το μοναστήρι, είχε εγκαταλειφθεί εδώ και καιρό. Οι καλόγεροι είχαν πάψει να πιστεύουν στο Θεό. Οι άνθρωποι είχαν πάψει να αντιλαμβάνονται την σωτήρια παρουσία του θεού, στη γη. Διέσχισε όλο τον διάδρομο και αφού βεβαιώθηκε πως όλες οι πόρτες ήταν κλειδωμένες, ακούμπησε την πλάτη του σε μια κολώνα στη βάση της σκάλας, που οδηγούσε στο μαγειρείο και κοίταξε τον προαύλιο χώρο του μοναστηριού. Το πράσινα φώτα, πάνω από τις πόρτες των αμπαρωμένων κελιών, έμεναν συνέχεια ανοιχτά. Οι απόκοσμες λάμψεις τους, φώτιζαν μέσα στη νύχτα, το πλακόστρωτο μπροστά από την εκκλησία. Λίγες μέρες, ίσως και μερικά χρόνια πριν - δεν θυμόταν καλά - το πλακόστρωτο αντηχούσε από τα αφοσιωμένα βήματα των καλόγερων, προς το εσωτερικό του ναού. Τώρα όμως ήταν μόνος του. Το βλέμμα του στράφηκε στην οροφή του ναού, σε μια γυμνή τσιμεντένια επιφάνεια, κάτω από την καμπάνα... Εκεί κάποτε υπήρχε ένα μεγάλο ρολόι. Οι χοντροί, μαύροι δείκτες του, σήμαιναν την ώρα του εσπερινού και οι καλόγεροι, σαν μυρμήγκια μέσα στη νύχτα, έσπευδαν για να ψάλουν για το μεγαλείο του θεού. Τώρα όμως ήταν μόνος του. Το ρολόι, είχε αφαιρεθεί με δυσκολία, αφού ήταν πολύ βαρύ, για έναν γερασμένο καλόγερο. Όταν είχε καταφέρει, να ξεβιδώσει τις χοντρές βίδες, που το κρατούσαν στέρεο στον τοίχο, το έσφιξε στα δυο του χέρια και αγνοώντας τον ίλιγγο που ένιωθε, κατέβη με σταθερά βήματα, την ξύλινη σκάλα. Ο Θεός, τον είχε βοηθήσει να αντιμετωπίσει την υψοφοβία του και κανένα, από τα φθαρμένα σκαλοπάτια, δεν είχε υποχωρήσει. Η αφαίρεση του ρολογιού, δεν ήταν μια πράξη δίχως λογική. Η καταπόνηση των φθαρμένων από τον χρόνο, αρθρώσεων του, ήταν η ύστατη πράξη αυτοθυσίας προς τον θεό. Ο Θεός το