Ανθρώπων Έργα Ιούνιος 2014 | Page 312

Νεκτάριος Μπουτεράκος Θησείο για καφέ. Εξάλλου ήταν νωρίς για να πάνε για ποτό. Ο Χρήστος αντιλήφθηκε ότι η νύχτα θα ήταν μεγάλη και αναστέναξε. Κατέβηκαν στην Ερμού, στον σταθμό του ηλεκτρικού. Ανηφόρισαν τον πεζόδρομο, όπου έσφυζε από κόσμο. Όμορφα αγόρια και κορίτσια, καλοπροσεγμένα για την νυχτερινή τους έξοδο, ζευγάρια ερωτευμένα που περπατούσαν χέρι χέρι, μοναχικοί τύποι, που με κατεβασμένο κεφάλι ένιωθαν συνοδοιπόροι της μιζέριας τους, μικροπωλητές με πάγκους που εκθείαζαν το μεγάλο ή ανύπαρκτο ταλέντο τους. Κάθε λογής άνθρωποι βρίσκονταν στους πρόποδες της θεάς Ακρόπολης, που επί αιώνες παρατηρεί αμίλητη όλα όσα συμβαίνουν. Φωτισμένη και αγέρωχη στεκόταν περήφανα στον θρόνο της, ακλόνητη από τα βάσανα και τους προβληματισμούς των ανθρώπων που την περιτριγυρίζουν. Οι καφετέριες του Θησείου ήταν κατάμεστες από κόσμο. Επέλεξαν μια που διέθετε εσωτερική αυλή. Πολύ γραφική, ταιριάζοντας απόλυτα με την ιδιοσυγκρασία και την αισθητική του Χρήστου. Το μάτι του έπεσε σε κάτι παλιές αντίκες, που στόλιζαν τον χώρο. «Τέλειες αυτές οι αντίκες και από ότι βλέπω 312 | Ανθρώπων Έργα | Τεύχος 5 | Ιούνιος 2014 Η αναγέννηση των ηρώων - Ύδωρ πωλούνται! Ότι πρέπει για την αντικερί μου!».. «Δεν στολιστήκαμε για επαγγελματικό ραντεβού», τον προσγείωσε ο Αλέξανδρος. Προτίμησε να του μιλήσει για τη Ζωή και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν, αν και συχνά το βλέμμα του το τραβούσαν αιθέριες υπάρξεις που περνούσαν από μπροστά του. Η ματιά του Χρήστου έπεσε σε μια παρέα αντρών που έδειχναν ότι μιλούσαν σε ένα πιο μακρινό τραπέζι. Ψυχρά πρόσωπα, κατάλευκα με τα μαύρα μαλλιά να κάνουν την αντίθεση. Έμοιαζαν όλοι μεταξύ τους. Κοινά χαρακτηριστικά, κοινή και η παγωνιά που ανέδυαν. Το πιο αξιοσημείωτο ήταν πως όλοι φορούσαν μαύρα γυαλιά ηλίου. Αταίριαστα για την ώρα και την εποχή. Αισθανόταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα τα βλέμματά τους να τον καρφώνουν. Παρότι τα μάτια τους ήταν κρυμμένα πίσω από τους σκουρόχρωμους φακούς, τα ένιωθε σαν κεραυνούς να τον ση